Get Into the Groove

•10 Ιανουαρίου, 2023 • Σχολιάστε

Πήγα σε ντισκοτέκ. Όταν – ακριβώς στις 12 τα μεσάνυχτα – ξεκίνησε το πρόγραμμα, επέστρεψα στα σχολικά μου χρόνια. Πίσω στην πρώτη λυκείου που τα Σάββατα χορεύαμε με τη Λιάνα ψηλά στις σκάλες της Αποκάλυψης, κοιτώντας κάτω την πίστα.

Ξαναπήγα λοιπόν, μια άλλη χρονιά, σε κάποιο άλλο μέρος με άλλο όνομα αλλά τα κορίτσια που κάποτε χόρευαν με χρωματιστά από τα φωτορυθμικά πρόσωπα, συνέχιζαν να χορεύουν. Και τ’αγόρια που κάποτε οι ματιές τους έλαμπαν από χαρά, συνέχιζαν να κοιτούν χαρούμενα. Κι ήταν όλοι δεκαπέντε και τριάντα και σαρανταπέντε κι εξήντα, την ίδια στιγμή, με τον ίδιο τρόπο.

Χρειάζεται θάρρος για να νιώσεις τη χαρά. Και θέλει κότσια να την αντέξεις.

Υπήρχαν κι οι άλλοι. Δεν ήταν πολλοί, περίπου έξι ή επτά. Ξεχώριζαν, σαν τυχαίες παύσεις στο ρυθμό. Παρ’όλο που χόρευαν πιο έντονα από τους υπόλοιπους, με τις περίπλοκες φιγούρες εκείνων που κάνουν πρόβα για ώρες στον καθρέφτη του σπιτιού τους. Χόρευαν ασταμάτητα αλλά έμοιαζαν με παύσεις γιατί χόρευαν βλοσυροί.

Τους θυμάμαι, τριάντα χρόνια πριν, να κάνουν τις ίδιες φιγούρες, στο κέντρο ενός κύκλου από κόσμο, που τους άφηνε χώρο με θαυμασμό. Το ίδιο βλοσυροί ήταν και τότε, όταν χόρευαν κοιτώντας τα πόδια τους για να μη χάσουν ούτε βήμα. Χόρευαν πάντα μόνοι.

Νομίζω πως κάτι μέσα τους ξεχάστηκε πίσω, δεν τους ακολούθησε στην πορεία της ζωής τους. Πιστεύω ότι ήταν το καλύτερο κομμάτι τους. Βρίσκεται ακόμα στο κέντρο εκείνου του κύκλου ενώ ο κύκλος πλέον δεν υπάρχει. Κι όσο κι αν φορούν τα ίδια ρούχα κι επαναλαμβάνουν με προσήλωση τις ίδιες φιγούρες, το παρελθόν δεν τους αναγνωρίζει πια. Γιατί το χαμένο κομμάτι μεγαλώνει κι εκείνοι μικραίνουν. Και πορεύονται λειψοί.

Χρειάζεται κάποιο κενό για να χωρέσει η δυστυχία. Και πρέπει να σκορπίσεις αρκετή για να την αντέξεις.

Πέρσι θα με συγκινούσαν αλλά έχει γυρίσει ένας διακόπτης στο μυαλό μου και θυμώνω εύκολα πια. Ή για να το θέσω πιο σωστά, αφήνομαι να νιώσω ότι θύμωσα.

Θέλει ειλικρίνεια ο θυμός. Και στόχο για να μην είναι τυφλός.

Από τα δεκαπέντε ως σήμερα, έχουν αλλάξει τα πάντα. Κι από τα δεκαπέντε ως σήμερα, δεν έχει αλλάξει τίποτα.
Το μόνο σίγουρο είναι πως το πρωί μετά απ’αυτό το ταξίδι στην εφηβεία, ξύπνησα μ’ένα σπυράκι στο πηγούνι.

Heroes

•24 Σεπτεμβρίου, 2014 • 5 Σχόλια

Σήμερα κατέληξα πως
εμένα ο ήρωας μου,
είναι ο Καραμήτρος…..

Beauty and the Beasts

•23 Ιουνίου, 2014 • 2 Σχόλια

Οι φίλοι μου, είναι εμφανώς σημαδεμένοι από προσωπικές απώλειες.

Όμως, έμαθαν να τις μετουσιώνουν σε όμορφα πράγματα.

Γι’ αυτό τους διάλεξα,

γι’ αυτό τους αγαπάω.

 

In the name of…

•15 Δεκεμβρίου, 2013 • Σχολιάστε

Η αγάπη,
είναι η καλύτερη δικαιολογία.
Πάντα.

Ladies & Gentlemen

•5 Οκτωβρίου, 2013 • 7 Σχόλια


Χτύπησαν το κουδούνι και τους άνοιξε μια δίμμετρη ξανθιά.

«Ε, αυτό το κομμάτι σίγουρα θα του φτιάξει το κέφι», σκέφτηκε και μπήκε πρώτος στο μικρό σαλόνι.
«Είναι κερασμένο από μένα», είπε κλείνοντας το μάτι στην ξανθιά και τους παρακολούθησε να εξαφανίζονται στο διάδρομο. Κάθησε αναπαυτικά μ’ ένα χαμόγελο αγορίστικης υπερηφάνειας κι έκλεισε τα μάτια.

«Έλα», του είπε εκείνη δίνοντας του ένα ποτήρι ουίσκυ. «Ας πιούμε κάτι όσο περιμένεις το φίλο σου».

Πήρε το ποτήρι και την κοίταξε ν’ απομακρύνεται. Το βλέμμα του έπεσε αλύπητα στην κυτταρίτιδα που φαινόταν καθαρά κάτω απ΄ το μαύρο της κολάν. Ήπιε μια γουλιά και σηκώθηκε.

«Να, πάρε κι εσύ αυτό» της είπε ακουμπώντας ένα πενηντάρικο μπροστά της.

Εκείνη δίπλωσε το χαρτονόμισμα, το έχωσε κάπου ανάμεσα στα στήθια της και τον κοίταξε σταθερά στα μάτια.

«Εγώ μωρό μου τα λεφτά, έχω μάθει να τα δουλεύω».

«Έλα να σου πάρω ένα τσιμπούκι» τον διέταξε τραβώντας τον στο διπλανό δωμάτιο. Εκείνος την ακολούθησε αμήχανα κι όταν του τον πήρε στο στόμα, προσπάθησε να φανταστεί τον κώλο της ξανθιάς δίμμετρης να τρίβεται πάνω του. Μάταια.

Εκείνη προσπάθησε. Τον έγλειψε. Τον ρούφηξε τίμια και καλόκαρδα. Μάταια.

Τα δυνατά γέλια της ξανθιάς απ’ το σαλόνι, του έδωσαν την ευκαιρία να σηκωθεί και να κουμπώσει βιαστικά το παντελόνι του  μουρμουρίζοντας μια δικαιολογία.

Όταν έφυγαν, τους ακολούθησε ως έξω και κάθησε στην ξύλινη καρέκλα δίπλα στα σκαλάκια. Θυμήθηκε κάτι που είπε ένας παλιός ροκάς τραγουδιστής τις προάλλες στην τηλεόραση.
«Μας ζητάνε να ζήσουμε σ’ένα μπουρδέλο ενώ δεν είμαστε πόρνες. Πώς θα ζήσουμε..»?

Κούνησε το κεφάλι. Οι δύο άντρες δεν φαίνονταν πια αλλά άκουγε ακόμα τα γέλια τους.

Έτριψε τα μάτια της. Δεν έκλαψε.

Οι γριές πόρνες άλλωστε, δακρύζουν μόνο κρυφά. Απ’ το αιδοίο.

And the winner is…. not

•22 Ιουλίου, 2013 • Σχολιάστε

Διάλογος 1: Άγνωστος άνδρας, μπαρ στην Κρήτη, μεσάνυχτα.

– Hi..!
– Hi..
– I was wondering.. Do you like boys or girls?
– ?!?… boys… why?
– Maybe because i want to fuck you.
– ……

Διάλογος 2: Γνωριμία μέσω φίλων, μπαρ στην Αθήνα, 2:00 μετά τα μεσάνυχτα.

– … Λοιπόν, τι άλλα?
– Τι άλλα.. ωραίο αυτό το μαγαζί. Δεν είχα ξανάρθει βράδυ, μόνο νωρίς για καφέ..
– Χαίρομαι! Να σε ρωτήσω κάτι?
– Να με ρωτήσεις..
– Τι θα κάνεις σήμερα το βράδυ?
– ..?!?!.. Εννοείς μετά από ‘δω?
– Ναι.
– Θα πάω σπίτι μου να κοιμηθώ.
– Α, ωραία! Θέλεις να έρθεις να κοιμηθείς μαζί μου?
– ……

Διάλογος 3: Γνωστός μέσω δουλειάς, τυχαία συνάντηση, απόγευμα.

– Πώς πάνε τα πράγματα, όλα εντάξει?
– Όλα οκ, όπως τα ξέρεις. Εσύ ετοιμάζεις κάτι?
– Εγώ, ετοιμάζομαι να παντρευτώ!
– Αλήθεια? Ωραία! Τι γίνεται φέτος και παντρεύεστε όλοι? Έμαθες και για τον Χ..
– Ε, καιρός είναι.. να κάνουμε και κανένα παιδί όσο είμαστε νέοι..
– Σωστό κι αυτό..
– Άστ’ αυτά τώρα. Μ’εμάς τι θα γίνει?
– Πού, στη δουλειά? Τι να γίνει?
– Μ’εμάς ρε παιδί μου.. πότε θα βρεθούμε να περάσουμε καλά?
– ……

Και μετά παραπονιούνται που δεν πηδάνε όσο θα ήθελαν…

Request

•9 Νοεμβρίου, 2012 • 10 Σχόλια

Θύμισε μου,

πώς ζούμε μόνο μια φορά…

I wonder

•23 Σεπτεμβρίου, 2011 • 4 Σχόλια

Από τότε που άκουσα για πρώτη φορά πως υπάρχουν τζίνι, νεράιδες κι άλλα τέτοια καλοσυνάτα όντα, που έρχονται και σου προσφέρουν την εκπλήρωση μίας και μοναδικής ευχής, προετοιμάζομαι.

Προσπαθώ να διατυπώσω αυτή την ευχή για να την έχω έτοιμη σε περίπτωση που έρθουν σε μένα.

Έχοντας στο νου μου το ρητό «πρόσεξε τι εύχεσαι γιατί μπορεί να πραγματοποιηθεί», εξετάζω όλες τις παραμέτρους και τις πιθανές ασάφειες της ευχής μου, αλλά δεν έχω καταλήξει ακόμα σε μια συγκεκριμένη πρόταση.

Ως εναλλακτικό σενάριο έχω το «εύχομαι, μέχρι αύριο που θα ξανάρθεις, να έχω βρει την ιδανική ευχή» αλλά δεν ξέρω αν θα πιάσει το κόλπο.

Και αγχώνομαι,

γιατί με όλα αυτά που συμβαίνουν, σε συνδυασμό με όλα αυτά που μπορεί να συμβούν και σε αντιδιαστολή με όλα αυτά που θα έπρεπε να έχουν συμβεί,

δεν μπορώ να σκεφτώ καθαρά.

Still

•5 Μαΐου, 2011 • 1 σχόλιο

Ο Β. είπε πως όλοι,
έχουμε στην καρδιά μας
κάτι
που είναι χαλασμένο.

Και φαντάστηκα στρατιές από αλαφιασμένα ανθρωπάκια, σκυμμένα προς την καρδιά τους, να μαστορεύουν ασταμάτητα ενώ περπατούν, μιλάνε, δουλεύουν, πίνουν, γαμάνε..
Να στήνουν πρόχειρα, αυτοσχέδια συνεργεία, να ψάχνουν με αγωνία ταιριαστές βίδες, να κλέβουν μπουλόνια και γαλλικά κλειδιά, να εφευρίσκουν εξαρτήματα, να προσαρμόζουν σωλήνες..

Χάος

Η προφητεία λέει πως αν όλοι φτιάξουμε τη βλάβη μας, θα γίνουμε Ένα.

Στις μεγάλες μου στιγμές, καθισμένη σ’έναν ψηλό ξερόβραχο, νιώθω την καρδιά μου να πονάει και κοιτάζω ευθεία μπροστά.
Είναι οι στιγμές της βασιλείας μου. πάνω σε όλα. πάνω απ΄όλα.

Και τότε,

συναντώ το βλέμμα σου.

…three stowaways…

•25 Δεκεμβρίου, 2010 • 8 Σχόλια

Υπάρχει ένα σύννεφο μέσα στο κεφάλι μου.
Ένα συμπαγές, πηχτό σύννεφο.

Σήμερα θέλω να γράψω το πιο βασανιστικό τραγούδι.
Το πιο λαχανιασμένο, βραχνό, απελπισμένο τραγούδι του κόσμου.
Θέλω να γδάρω τους τοίχους και να ζωγραφίσω τον πιο κόκκινο πίνακα.
Να καταπιώ το λαμπερότερο διαμάντι.

Σήμερα θέλω να πέσω στα πόδια εκείνου που
αξίζει να ρίξω τροφή στα θηρία που ζουν μέσα μου.
Να ταίσω τα θηρία κι ύστερα ας κρυφτώ στη σκοτεινή φωλιά πενθώντας.
Απτόητη.

Ένα σύννεφο μεγαλώνει στο κεφάλι μου κι
από σήμερα θέλω να γνέφω μόνο λυσσασμένα όχι και ναι,
μαστιγώνοντας με τα μαλλιά μου τον κόσμο ολόκληρο.

Σήμερα προτιμώ το φόνο απ’τον θάνατο.
Ένα σύννεφο έχει κυριεύσει το κεφάλι μου κι
έχω συνηθίσει τους πυροβολισμούς των δεικτών του ρολογιού.

Σε λίγο ξημερώνει.
Δεν ξέρω αν σήμερα είναι χθες ή αύριο.
Δεν νιώθω τίποτα.

Θέλω να σου μάθω εκείνα που καμία δεν είχε την υπομονή να σου μάθει.
Σήμερα θέλω να σε δημιουργήσω απ’την αρχή.

Ένα σύννεφο στο κεφάλι μου.

Χρειάζομαι 3 μεγαλειώδεις κεραυνούς.
Μια μεγαλοπρεπή καταιγίδα που θα κάνει το μυαλό μου
να χυθεί ορμητικά μέσα στο σώμα μου.

Απείλησε με…

Salt & Water

•23 Νοεμβρίου, 2010 • 3 Σχόλια

Δεν ξέρω πώς να τελειώσω αυτή τη μέρα που έχει ήδη γίνει νύχτα.
Δεν ξέρω πώς κι έτσι θα τελειώσει μόνη της, μάλλον ήσυχα.
Ακούω ξανά και ξανά το ίδιο τραγούδι. Είναι ένα από τα μαγικά που κάνω. Κουλουριάζομαι μέσα σ’ένα τραγούδι κι έτσι είμαι κάπου.

Δεν ξέρω γιατί αλλά όταν βρέχει πολύ, σκέφτομαι τους νάρκισσους της ζωής μου. Τους φαντάζομαι ολόγυμνους, στη δυνατή βροχή, στη μέση έρημων λεωφόρων, ν’αυνανίζονται παθιασμένα κοιτώντας τον ουρανό με κλειστά μάτια.
Το νερό πέφτει πάνω τους κι εκείνοι συνεχίζουν να τον παίζουν με βρεγμένες χούφτες και φουσκωμένες φλέβες και σφιγμένους μύες και είναι τόσο όμορφοι κι ερωτικοί και εφιαλτικά απορροφημένοι και τους νιώθω τόσο κοντά μου πίσω από τη διαχωριστική βροχή…
Είναι η βροχή που μας χωρίζει.. Είναι η βροχή που τους τυφλώνει.
Καμιά φορά θυμώνω μαζί τους.
Τότε κρατάω την εικόνα αλλά τους βάζω να φοράνε κάλτσες.
Και γίνονται γελοίοι. Δεν γελάω ποτέ. Η γελοιότητα μου έφερνε πάντα θλίψη και στο τέλος της νύχτας δεν έχω άλλο καταφύγιο από το ενήλικο, διπλό κρεβάτι μου.

Ένας ποιητής έγραψε πως για ν’αποκοιμηθεί, κλείνει τα μάτια και τους συγχωρεί έναν έναν όλους. Πώς να συγχωρήσεις κάποιον που έχει, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, πεθάνει?
Πώς να τον συγχωρήσεις όταν δεν μπορείς πια να πεις «ας είναι καλά ό,τι κι αν κάνει»…

Είναι οι αναπόδραστες αυτές λεπτομέρειες που στοιβάζουν ανοιχτούς φακέλους γεμάτους απλήρωτους λογαριασμούς πάνω στο γραφείο σου. Οι φωνές σε κάποιον που λείπει. Ένα υπόκωφο «δεν πρόκειται να μ’αγαπήσεις ποτέ» που δεν το πιστεύεις και το ακούν μόνο, τα λάθος αυτιά. Είναι τα δάκρυα που στέγνωσαν μέσα σου αφήνοντας στάμπες και κρούστες αλατιού.
Πώς να υποσχεθείς γλυκύτητα όταν γλύφεις τις αλμυρές πληγές σου.
Χίλιες γλώσσες χρειάζεσαι. Να σε γλύψουν με φροντίδα χίλιες γλώσσες.

Ανοίγω ένα βιβλίο στη σελίδα 253. Δεν μπορώ να συγκεντρωθώ, το μυαλό μου ταξιδεύει ιλιγγιωδώς. Πιάνεται αυτό σαν ταξίδι? Μάλλον όχι. Εδώ μετράει μόνο ο προορισμός που είναι να θυμηθώ ότι υπάρχω κι έξω από τον εαυτό μου.
Διαμορφώνομαι μέσα σε όλα αυτά τα άγνωστα βλέμματα που όμως έχουν σάρκα και οστά.
Κινούμαι μέσα σε όλα αυτά τα ανοικεία μέρη που όμως με φιλοξενούν αδιαμαρτύρητα.
Μεγαλώνω σε σελίδες άπειρων ημερολογίων γεμάτων κουτάκια που δεν θα σημαδέψω ποτέ.
Γίνομαι απόσπασμα κάποιας ζωής, κάποιου, κάπου, κάποτε.

Σε παρακαλώ, θα ‘θελες να μου κρατάς το χέρι?

Golden Cages of Dark Ages

•9 Οκτωβρίου, 2010 • 7 Σχόλια

«Όπου όμως έχουμε δώσει την αγάπη και το σεβασμό μας όχι από συνήθεια,
αλλά επειδή το θέλουμε οι ίδιοι,
όπου έχουμε γίνει μαθητές και φίλοι από τα βάθη της καρδιάς μας, υπάρχει μια πικρή και τρομερή στιγμή που
ξαφνικά καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει ένα ρεύμα μέσα μας που μας τραβάει μακριά απ’ ό,τι μας είναι πιο αγαπητό.
Τότε κάθε σκέψη που απορρίπτει το φίλο και το μέντορα στριφογυρίζει μέσα στην καρδιά μας σαν δηλητηριασμένο βέλος,
κάθε χτύπημα που δίνουμε για ν’αμυνθούμε επιστρέφει στο δικό μας πρόσωπο,
οι λέξεις «απιστία» και «αχαριστία» πλήττουν το ίδιο το άτομο,
το οποίο νιώθει ότι έχει μέσα του τόση ηθική όση και αυτοί που γιουχαϊζουν ή στιγματίζουν
και η τρομαγμένη καρδιά του φτερουγίζει υποταγμένη προς τις αξίες των γοητευτικών κοιλάδων της παιδικής ηλικίας
αδυνατώντας να πιστέψει ότι
θα πρέπει να συμβεί και αυτός ο χωρισμός,
ότι θα πρέπει να κόψει και αυτόν το δεσμό».

Demian
Herman Hesse

Dreaming…

•18 Σεπτεμβρίου, 2010 • 3 Σχόλια

Μ’επηρέασε ένα βιβλίο που διάβαζα το προηγούμενο βράδυ.

Κοιμόμασταν, όλη η οικογένεια, σ’ένα station wagon παρκαρισμένο στη μέση ενός πυκνού δάσους.
Η πίσω πόρτα του αυτοκινήτου ήταν ανοιχτή κι ένας νεαρός σερνόταν ανάμεσα μας.

Τους είχε σφάξει ήδη όλους, με πλησίαζε και δεν μπορούσα να κινηθώ.
Βρέθηκε πάνω μου κι άρχισε να ανεβοκατεβάζει σιωπηλά το μαχαίρι που κρατούσε κι εγώ δεν ένιωθα πόνο, μόνο τρόμο και κάτι σαν ματαιότητα.

Είχα κλείσει σφιχτά τα μάτια με τα χέρια, ένιωθα τη λεπίδα να διεισδύει βίαια μέσα μου, το κεφάλι μου χτυπούσε στο τιμόνι ρυθμικά και μου είχε κολλήσει η σκέψη πως δεν υπάρχει κανένας λόγος να το κάνει αυτό. Είναι εντελώς άσκοπο…

Του φώναζα
σταμάτα τώρα
σταμάτα
έχω πεθάνει
μπορείς να σταματήσεις
δεν γίνεται να πεθάνω άλλο
δεν έχει νόημα
σταμάτα

Ξύπνησα.
Ίσως λίγο πιο κοντά στον εαυτό μου.

Growing

•7 Σεπτεμβρίου, 2010 • 12 Σχόλια

Προχθές το βράδυ
σε μια από τις ομορφότερες ταράτσες της Αθήνας
μισοξαπλωμένες σ’έναν μαλακό, μαύρο καναπέ
λέγαμε με την Μ. ότι το να γεράσουμε δεν θα είναι και τόσο άσχημο τελικά

Δεν θα δουλεύουμε
Δεν θα νιώθουμε την ανάγκη να είμαστε θελκτικές
Θα φοράμε, θα λέμε και θα κάνουμε ό,τι να’ναι χωρίς κανείς να μας ξεσυνερίζεται
Οι νεότεροι θα μας σέβονται λόγω ηλικίας κι οι μεγαλύτεροι θα μας αποκαλούν «κορίτσια»
Θα πηγαίνουμε σε καφέ, σε εκθέσεις και σε θέρετρα με λασπόλουτρα

Χθες το πρωί
Ξεκίνησα για τη δουλειά
Στο δρόμο για το αυτοκίνητο πέρασα μπροστά από ένα φαρμακείο
Σταμάτησα
Μπήκα μέσα
Κι αγόρασα την πρώτη μου κρέμα ματιών..

Breathless

•11 Αυγούστου, 2010 • 12 Σχόλια

Όταν στέκεται μέσα στο πλήθος της λείπει περισσότερο.
Ίσως γιατί το δεύτερο πράγμα που την συγκίνησε σ’αυτόν ήταν η φυσικότητα με την οποία άπλωνε το χέρι του να την αγκαλιάσει.

Την είχε προειδοποιήσει.
Για να ζήσει ο έρωτας τους, έπρεπε εκείνη να τον ζεσταίνει συνεχώς με την ανάσα της.

Τάιζε τον έρωτα ανάσες κι όσο τον έβλεπε να μεγαλώνει, τόσο περισσότερο προσπαθούσε να τον κρατήσει ζεστό.
Κι από φόβο μην τον χάσει, έφτασε μόνο να εκπνέει.
Κι ο αέρας τέλειωνε.
Τα πνευμόνια της -μαζί κι εκείνη- συρρικνώθηκαν.
Σκέφτηκε «αν δει ότι μικραίνω τόσο που θα με χάσει, θα βοηθήσει κι εκείνος. Λίγο. Ίσα να πάρω αναπνοή».

Μα εκείνος ήταν απλά ευτυχής.

Τότε εκείνη θύμωσε. Πολύ. Θύμωσε γιατί της τέλειωνε ο αέρας. Θύμωσε γιατί κουράστηκε. Γιατί έπρεπε να παραιτηθεί.

Θύμωσε και πήρε μια ανάσα τόσο μεγάλη
Τόσο βαθιά
Τόσο δυνατή
Φούσκωσε τα πνευμόνια της
Γέμισε τα κύτταρα της
Έστειλε αέρα στ’ακροδάχτυλα και στα βλέφαρα
Τεντώθηκε το δέρμα της
Άρχισε να μεγαλώνει
Ασταμάτητα

Ώσπου μεγάλωσε τόσο πολύ
που δεν χωρούσε πια στην αγκαλιά του.

Από τότε κυκλοφορεί μέσα στο πλήθος
ψάχνοντας κάποιον να τη μαχαιρώσει.

I know… you?

•29 Ιουλίου, 2010 • 6 Σχόλια

Σε γνωρίζω τόσο καλά, σαν να είμαι το είδωλο σου στον καθρέφτη.
Που σε κοιτάζει αφ’ υψηλού μ’εκείνο το ύφος που τόσο πολύ σου αρέσει..

Υπήρξαμε ένα ψηλόλινγο, εύθραυστο αγόρι που διασκέδαζε να παρατηρεί τους άλλους γιατί δεν μπορούσε να παίξει ποδόσφαιρο μαζί τους.

Ζήσαμε σ’ένα σπίτι με θύτες και θύματα αλλά μας έστελναν πάντα για ύπνο πριν τελειώσει η ταινία κι έτσι χάναμε την τελική ανατροπή.

Μάθαμε να φτιάχνουμε όμορφες ιστορίες που τελειώνουν με θάνατο πριν τις αποδομήσει η πραγματικότητα.

Ανακαλύψαμε την προσωμοίωση, πριν μας βρει η αλήθεια.

Κοίταξε με

Σε γνωρίζω τόσο καλά
Είμαι ο καθρέφτης που μας χωρίζει ταυτίζοντας μας

Άγγιξε με, μπορώ και ιδρώνω, άγγιξε με
Είναι καιρός για τις αισθήσεις

Χάιδεψε με

The ponies run, the girls are young, the odds are there to beat
You win a while and then it’s done, your little winning streak
And summoned now to deal with your invincible defeat
You live your life, as if it’s real
A thousand kisses deep

Άκουσε με

Άκουσε με
Αγάπη μου
Αυτό είναι το τραγούδι μας…

Conclusion…

•14 Ιουνίου, 2010 • 13 Σχόλια

Στη ζωή,
δεν παίρνεις αυτό που δίνεις.

Στη ζωή,
παίρνεις αυτό
που βαθιά μέσα σου
πιστεύεις ότι αξίζεις
να πάρεις.

Πριν διαφωνήσεις, απλά δες γύρω σου..
ή μέσα σου..

Sunshine

•25 Μαΐου, 2010 • 4 Σχόλια

Κάθομαι με το βλέμμα καρφωμένο στον λουσμένο με ήλιο τοίχο, απέναντι απ’το παράθυρο του γραφείου.
Είναι παλιός, πέτρινος, τον διασχίζουν καλώδια που καταλήγουν στο πουθενά, απομεινάρια ξερού κισσού και ανθισμένα κλαδιά ενός φυτού με μωβ λουλούδια.

Πώς σκέφτεσαι?
Εγώ σκέφτομαι με εικόνες και αναπαραστάσεις.
Δεν χρησιμοποιώ λέξεις, γι’αυτό μου είναι τόσο δύσκολο κάποιες φορές να μιλήσω.

Παρατηρώ τις σκιές από δέντρα που δεν βλέπω, πάνω στον τοίχο. Σχηματίζουν γράμματα. Η, Τ, Λ.

Ακούω κάποιον αθέατο γείτονα να βρίζει -μάλλον τη γυναίκα του-και όταν σωπαίνει απότομα, τους φαντάζομαι να πηδιούνται ασύστολα ενώ ξέρω πως πιο πιθανό είναι να ‘χουν κλειστεί σε διαφορετικά δωμάτια για να μη βλέπουν ο ένας τον άλλο…
Λογικό.
Ποιο απ’τα δύο?
…Και με πιάνει ένα παράπονο.

Έχω κολλήσει να κοιτάζω απέναντι. Μετά από τόση ώρα που θα τον χτυπάει ο ήλιος, ο τοίχος θα είναι ζεστός.
Ζεστός απ’έξω και δροσερός από μέσα.

Ύστερα θυμάμαι ένα φίλο που έχει πρόβλημα με κάτι ακάλυπτες επιταγές και μου’ρχεται στο μυαλό η «κρίση». Βάζω απέναντι μου έναν φανταστικό συνομιλητή και του λέω
«ίσως κάποια στιγμή, πάψουμε να ζούμε όπως ξέραμε. Συμβαίνει καθημερινά κι οι άνθρωποι συνεχίζουν να ζουν.
Αλλιώς».
Μου απαντά
«εύκολο να το λες όταν δεν έχεις πολλά να χάσεις».
Αλήθεια.
Αλλά, δεν με κάνει να νιώθω καθόλου πιο ελεύθερη.
Γιατί, όσο λιγότερα έχουμε, τόσο περισσότερο τα μεγεθύνουμε.
Η αξία της επένδυσης δεν μετριέται από το πραγματικό της μέγεθος, αλλά απ’ό,τι μας μείνει αν αυτή αποτύχει.

Χάνομαι ξανά σε εικόνες από μποτιλιαρισμένους δρόμους, οικογενειακές στιγμές, πισίνες, ερωτευμένα ζευγάρια, οπαδούς στο γήπεδο….

Θέλω να φύγω απ’το γραφείο.

Τραβάω απότομα το βλέμμα μου απ’το φως και βλέπω λευκά, θολά κυκλάκια μπροστά απ’όλα τα αντικείμενα.
Προσπαθώ να εστιάσω πάνω τους αλλά δεν μπορώ, ξεφεύγουν.
Ξεχνάω τα πάντα εκτός απ’αυτά.
Τα παιδία παίζει.

Sad but True…

•17 Μαρτίου, 2010 • 8 Σχόλια

Στα Εξάρχεια κυκλοφορούν ελάχιστοι ωραίοι γκόμενοι.

Δυστυχώς

Οι περισσότεροι απ’αυτούς, φοράνε στολή.

Introversions…

•2 Φεβρουαρίου, 2010 • 8 Σχόλια

Το κρεβάτι μου είναι διπλό. Και κοιμάμαι στη δεξιά πλευρά. Είναι απ’αυτές τις συνήθειες που σου δημιουργούν ένα είδος ασφάλειας.
Παρατήρησα πως όταν κοιμάμαι σε ξένο κρεβάτι -με κάποιον που μ’ενδιαφέρει πολύ- παραχωρώ αυθόρμητα τη δεξιά πλευρά.
Προσφέρω δηλαδή αυτό που εγώ θα ήθελα να έχω ή να μου προσφερθεί, χωρίς να ρωτήσω τον άλλο αν το θέλει.

Είναι πολύ σύνηθες να δίνουμε απλόχερα ό,τι θα θέλαμε να πάρουμε. Και το ίδιο σύνηθες να μην το παίρνουμε πίσω.

Λογικό. Ο άλλος είναι άλλος.

Κι έτσι είμαστε δύο.

Κι έτσι μένουμε μόνοι.

Chessy Ways

•7 Νοεμβρίου, 2009 • 13 Σχόλια

Έμαθα σκάκι πριν πάρα πολλά χρόνια. Τυχαία. Όταν έπαιρνα πολύ σοβαρά ό,τι θεωρείται must για τους πιο εκλεπτυσμένους εγκεφαλικά πληθυσμούς.
Θυμάμαι πόσο το εκθείαζαν οι γύρω μου, όπως θυμάμαι ότι δεν ευχαριστήθηκα ποτέ, μια παρτίδα.
Είχα σκεφτεί πολλές φορές ότι αφού για όλους είναι ένα τρομερά ενδιαφέρον παιχνίδι, προφανώς κάτι δεν πήγαινε καλά με μένα. Προσπάθησα πολύ, αλλά το μυαλό μου δεν έβρισκε κανένα λόγο να συγκρατήσει όλα εκείνα τα συστήματα και τις καίριες στρατηγικές κινήσεις, που ανακάλυπτα ξεφυλλίζοντας ένα σχετικό βιβλίο που μου είχαν κάνει δώρο.
Η αλήθεια είναι ότι μου φαινόταν χαζό, αφού και ο αντίπαλος τα ίδια θα είχε μελετήσει, οπότε θα ήξερε τι να περιμένει και πώς ν’αντιδράσει.
Κι αυτό ακριβώς είναι που δεν μ’αρέσει.

Το σκάκι, σε βάζει σε μια διαδικασία να σκεφτείς την επόμενη κίνηση προβλέποντας ουσιαστικά όλο το υπόλοιπο παιχνίδι κι αυτό πρέπει να το κάνεις κάθε φορά που έρχεται η σειρά σου να παίξεις.

Δεν θέλω να παίζω τέτοια παιχνίδα με τους ανθρώπους.

Προτιμώ το τάβλι και το αναπάντεχο της ζαριάς.

Ρουά

•25 Σεπτεμβρίου, 2009 • 13 Σχόλια

Το αριστερό του χέρι κρατούσε γερά το κάγκελο της βεράντας.
Το δεξί έπαιζε τρέμοντας με τα κουμπιά της ριγέ πυζάμας.
Με μεγάλη προσπάθεια, έκανε άλλο ένα αργό βήμα, προς τη γυναίκα του, που άπλωνε απορροφημένη τα ρούχα τους.
Γυναίκα του, εδώ και 65 χρόνια.

Τον παρακολουθούσα με οίκτο από το απέναντι μπαλκόνι των 17 μου χρόνων.

Έσυρε άλλη μία φορά το ένα πόδι μπροστά απ’το άλλο και παραιτήθηκε κουρασμένος.
Στήριξε όλο του το βάρος στο κάγκελο και τη φώναξε
– Κωνσταντούλα…
Εκείνη γύρισε ξαφνιασμένη, τον κοίταξε και είπε
– Τι ‘ναι αγόρι μου?

Ματ.

Family Affairs

•7 Σεπτεμβρίου, 2009 • 7 Σχόλια


Η Μητέρα των Φόβων,
είναι ένας βαθύς θυμός που
επειδή δεν αντέχει να’ χει στόχο,
γυρίζει πίσω σε σένα,
ή στροβιλίζεται γύρω σου σαν τοίχος.

Ο Πατέρας είναι ξένος, ευκαιριακός και τυχαίος.
Θύμα του παρελθόντος και θύτης του μέλλοντος.

Οι Φόβοι, είναι παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς φροντίδα.

Singing…

•25 Αυγούστου, 2009 • 7 Σχόλια

Robert Mapplethorpe - Tulip

like a love letter

and enter

my dreams…

 

 

 

Χμμ…

•7 Αυγούστου, 2009 • 14 Σχόλια

Και λέω εγώ τώρα…

Αν έχεις την ακατανίκητη τάση
να επαναλαμβάνεις το ίδιο λάθος,
αλλά κάθε φορά κάνεις μία,
μικρή έστω,
διορθωτική κίνηση,
υπάρχει περίπτωση κάποτε,

να πάψει να χαρακτηρίζεται ως λάθος?

Booklover2

•19 Ιουλίου, 2009 • 8 Σχόλια

Ετοιμάζεστε να φύγετε για διακοπές, ε?
Πού πάτε χωρίς τα (κλικ) παραλιοβιβλία σας???

1. Εγώ και ο Καμίνσκι – Daniel Kehlmann
εκδόσεις Καστανιώτη

2. Η γυναίκα του χασάπη – Li Ang
εκδόσεις Νεφέλη

3. Ξενοδοχείο Ίρις – Yoko Ogawa
εκδόσεις Άγρα

4. Το πεθαμένο λικέρ – Γιάννης Ξανθούλης
εκδόσεις Καστανιώτη

5. Το χάρτινο σπίτι – Carlos Maria Dominguez
εκδόσεις Πατάκη

Ο συνδυασμός χαρτιού με αντηλιακό, είναι από τις ομορφότερες μυρωδιές…
Να περάσετε όμορφα 🙂

Land Art

•9 Ιουλίου, 2009 • 3 Σχόλια

smithson1
Smithson

Laprune
Laprune

Squire_Broel
Broel

Goldsworthy, Andy (1989) Touching north
Goldsworthy

Goldsworthy_Standup2bw
Goldsworthy

kullen2
Kullen

andy-goldsworthy1
Goldsworty

Call me

•6 Ιουλίου, 2009 • 4 Σχόλια

Γαμώτο,
μ’όλα αυτά τα sms και τα mail,
μου’χει λείψει να μιλάω με τις ώρες στο τηλέφωνο…

Οι τελευταίοι

•27 Ιουνίου, 2009 • 7 Σχόλια

..σκορπισμένα τα
φύλλα του ημερολογίου σαν μικροί απεριποίητοι τάφοι
σ’ ένα ιδιόκτητο κοιμητήρι.
Tα μαλλιά της γεράσανε και πάνω στα ωχρά της χείλη
σαπίζουν αρχαία μακρόσυρτα φιλιά και πολλά ανοιξιάτικα λόγια.
Γιατί οι άνθρωποι μόνο όταν βλέπουν τον εαυτό τους μέσα σου
βεβαιώνονται ότι κι εσύ υπάρχεις.

Τάσος Λειβαδίτης, 1966

Cool

•11 Ιουνίου, 2009 • 12 Σχόλια

Θέλω να ζήσω,
με θερμούς ανθρώπους
σε ψυχρά κλίματα.

Silly Q

•26 Μαΐου, 2009 • 20 Σχόλια

1. Ποιος και ποτέ ενημέρωσε τον Ταρζάν ότι τον λένε έτσι;
2. Τι σκατά σημαίνει επιτέλους Ζαβαρακατρανέμια;
3. Μπορεί κάποιος να αποφασίσει οριστικά ότι είναι αναποφάσιστος;
4. Θα είχε διαφορά αν αντί να τραβάει κανείς ένα ζόρι, το έσπρωχνε;
5. Όταν κάποιος με μανία καταδιώξεως, καταδιώκεται πραγματικά, λέμε ότι θεραπεύτηκε;
6. Γιατί τα ντουλάπια στα αστυνομικά τμήματα έχουν κλειδαριές;
7. Οι γοργόνες κάνουν απολέπιση;
8. Τα ΑΤΜ γιορτάζουν της Αναλήψεως;
9. Πώς λέγεται ένα αγριογούρουνο όταν είναι ήρεμο;
10. Ο ΤΕΝ-ΤΕΝ δε θα έπρεπε να λέγεται TWENTY;
12. Γιατί λέγονται πολυ-θρόνες αφού κάθεται μόνο ένας;
13. Το @ σε τι ακριβώς μοιάζει με το παπάκι;
14. Αυτός που βρίσκεται παγιδευμένος ανάμεσα στον ‘γκρεμό’ και στο ‘ρέμα’, έφτασε εκεί κολυμπώντας ή σκαρφαλώνοντας;
15. Αυτό το διαφανές-περιτύλιγμα-με-τις-φουσκάλες-που-κάνουν-τσούκου-τσούκου-και-κάθονται-όλοι-και-τις-σπάνε-σαν-υπνωτισμένοι, ξέρει κανένας πως λέγεται με μία λέξη;
16. Γιατί οι αριθμοί στο κομπιουτεράκι είναι τοποθετημένοι ανάποδα σε σχέση με τους αριθμούς στα τηλέφωνα;
17. Από τι υλικό είναι φτιαγμένο το πελεκούδι και καίγεται συνέχεια;
18. Γιατί ο Donald Duck όταν βγαίνει από το μπάνιο φοράει πετσέτα ενώ κυκλοφορεί τις υπόλοιπες ώρες χωρίς παντελόνι;
19. Με ποια ακριβώς επιχειρήματα έπεισε ο Νώε τα ψάρια να αφήσουν το νερό καινα μπουν στην κιβωτό;
20. Στην ερώτηση «θέλετε να γίνετε δωρητής οργάνων» η απάντηση «πάρτε τα @ρχίδι@ μου», θεωρείται θετική ή αρνητική;;;;

Butterflies and assholes

•6 Μαΐου, 2009 • 14 Σχόλια

Βροχερό απόγευμα καθημερινής, λιώσιμο στον καναπέ, χαδάκια, φιλάκια και μπάμ! ο πρόστυχος άντρας, ο άντρας ο σωστός, σκάει την αυθόρμητη ιδέα
(μια βδομάδα την προετοίμαζε),
κλείνοντας τσαχπίνικα το μάτι:
«Να βάλω να δούμε μια καλή ταινιούλα»…?

Και ερωτώ: Γιατί να κάτσω να δω τσόντα παρέα με τον εραστή μου???

Αφού Αυτός θα βλέπει μια γκόμενα να λιώνει από ηδονή κι Εγώ μια γκόμενα που είναι θεόστεγνη.

Την ώρα που Εκείνος θα μετράει στις πόσες διεισδύσεις κάνει break ο πρωταγωνιστής για να αντιγράψει την τεχνική, Εγώ θα ξενερώνω γιατί κουράστηκε, πάνω που φάνηκε πως (ίσως) άρχισαν τα βογκητά της πρωταγωνίστριας να είναι (κάπως) πιο αληθοφανή.

Όταν Εκείνος θα θέλει να πιστέψει πως η γκόμενα φτιάχτηκε με μισό φιλί, τρία δευτερόλεπτα μάλαξη στήθους και ένα μπατσάκι στον κώλο, οπότε επιδόθηκε με τυφλή αφοσίωση στην δεκαπεντάλεπτη πίπα, Εγώ θ’αναρωτιέμαι αν στην προσωπική της ζωή κάνει σεξ ή αντίθετα, νιώθει σαν να φέρνει δουλειά στο σπίτι.

Ενώ Αυτός θα σκέφτεται γιατί να μην του τυχαίνουν γυναίκες που δείχνουν τόσο ευχαριστημένες στο τέλος χωρίς να έχουν φτάσει σε οργασμό, Εγώ θα σκέφτομαι πως ένας άντρας με τέτοια προσόντα, αντοχή και τεχνική, είναι κρίμα να μην τα εξαντλεί μ’εκείνες που γουστάρει πραγματικά.
(Φυσικά κ θα με γούσταρε πραγματικά παιδιά… τι ερώτηση…)

Και βέβαια, ενώ Αυτός θα είναι σίγουρος πως τα μεγέθη πέους που παίζουν στις ταινίες, είναι αποτέλεσμα μοντάζ, χειρουργικής επέμβασης ή δεν ξέρω τι, Εγώ απλά θα θυμάμαι τον Θ. και τον Γ. και τον Π. και τον Β. και τον άλλο Γ. και φυσικά τον Μ.

Ε, όχι αγαπητέ μου, προτιμώ να βλέπω πορνό με τις φίλες μου!
Για να λέμε αυτό που σκεφτόμαστε.
Γιατί έχει πολύ χαβαλέ να σχολιάζεις με άτομα που είναι στη δική σου όχθη.
Για να παρασυρόμαστε σε αμαρτωλές ή γελοίες εκμυστηρεύσεις από το παρελθόν και το παρόν.
Για να συμφωνούμε πού θα παίξει το fast forward.
Γιατί η ταινία θα είναι η αφορμή του ερεθισμού μας και όχι η αιτία.

Αν θες, τα λέμε αμέσως μετά… 🙂

Εκείνης… ΙΙ

•22 Απριλίου, 2009 • 4 Σχόλια

Φεύγεις, αφήνοντας πάντα πίσω
ένοχους νικητές.
Και αναμνήσεις από υγρές νύχτες,
στολισμένες με αισθαντικά, γαμήλια τραγούδια
και εσωστρεφείς χαρές.

Απορείς παιδιάστικα, ώσπου θυμάσαι πως
πολύ συχνά οι άνθρωποι αναπλάθουν αυτό που φοβούνται,
πιστεύοντας πραγματικά πως κάνουν το ακριβώς αντίθετο.
Παιδιάστικα.

Μέτρα τις ήττες σου και θα δεις πως δεν έχασες ποτέ.
Μέτρα τις νίκες σου και θα δεις πως δεν κέρδισες ποτέ.
Ήσουν εκεί,
μα πόνταρες πάντα στα φύλλα των άλλων.

Είναι αλήθεια ξέρεις, πως αύριο ξημερώνει μια καινούρια μέρα
κι ας την ακολουθεί η νύχτα που φοβάσαι.
Δείξε μου τα δόντια σου…

Black and White

•28 Φεβρουαρίου, 2009 • 9 Σχόλια

Θυμάσαι εκείνο το πρωί που τηλεφώνησες
για να μου πεις πως με ονειρεύτηκες
να στέκομαι πάνω σ’ένα ψηλό βράχο,
με τον αέρα να μου ανακατεύει τα μαλλιά
και τα κύματα να σπάνε στα πόδια μου βρέχοντας με?
Eίπες πως με κοιτούσες ώρα
και το μόνο που κινιόταν ήταν η θάλασσα,
τα μαλλιά μου
και η άκρη από το μωβ κασκόλ που φορούσα.
Εκείνο που είχαμε αγοράσει μαζί.
Είπες πως ξαφνικά χάθηκα σ’ένα κύμα.
Δεν κατάλαβες πώς. Είπες.
Και τότε ξύπνησες.
Σου απάντησα πως η εικόνα ήταν πολύ ρομαντική
αλλά θα πρέπει να είσαι πολύ θυμωμένος μαζί μου
για να με σκοτώνεις στα όνειρα σου.
Γελάσαμε.
Θυμάσαι πόσο είχαμε γελάσει?

Subways

•9 Φεβρουαρίου, 2009 • 14 Σχόλια

Η δουλειά στο υποκατάστημα ήταν καταθλιπτικά αδιάφορη. Η πρόσκληση να παρουσιαστεί στα κεντρικά γραφεία δεν της άρεσε αλλά πήγε. Βγήκε από το βρώμικο κτίριο και περπάτησε στον πολυσύχναστο, άγνωστο δρόμο, με το νέο της απόλυσης να μην έχει κατασταλάξει ακόμα μέσα της. Πληρωνόταν για να περνάει οκτώ άσχημες, βαρετές ώρες κάθε μέρα και δεν ήξερε αν έπρεπε να χαρεί ή να λυπηθεί που τις έχανε.

Προσπέρασε το χαλί στη βιτρίνα αριστερά της, όμως η εικόνα του την ακολούθησε επίμονα. Γύρισε πίσω.

Διαφορετικές υφές και υλικά, σχημάτιζαν ένα ασπρόμαυρο καρό. Πολύ όμορφο. Οι γονείς της πάντα έλεγαν «η Ελπίδα είναι έξυπνη κι έχει γούστο». Η αλήθεια είναι πως εννοούσαν «τι κρίμα που δεν έχει όλα τα υπόλοιπα», αλλά πώς να διαψεύσεις έναν τέτοιο ισχυρισμό χωρίς καμία έμπρακτη απόδειξη?

Μπήκε στο κατάστημα θέλοντας να το αγγίξει. Έσυρε το χέρι της πάνω στην ανομοιόμορφη υφή, με το βλέμμα του πωλητή καρφωμένο πάνω της. Του χαμογέλασε και ρώτησε διαστάσεις και τιμή. Η συζήτηση κράτησε ένα δεκάλεπτο και περιείχε την περιγραφή μιας τραπεζαρίας από μαύρο ξύλο και γυαλί, ενός τεράστιου, πολύχρωμου πίνακα κι μιας φωτιστικής σύνθεσης που ακόμα δεν είχε βρεθεί. Υποσχέθηκε στον πωλητή πως την επόμενη μέρα θα ερχόταν με κάποιον να το πάρει και βγήκε ξανά στο δύσοσμο πεζοδρόμιο.

Ένιωθε περιέργως αισιόδοξη όταν έφτασε στο σπίτι. Η ενοχή και η απορία για τα ψέμματα που είπε στο κατάστημα των χαλιών, την αποσπούσαν από τους λογαριασμούς που βρήκε στην πόρτα της και το σωρό με τα άπλυτα πιάτα στην κουζίνα. Έφτιαξε καφέ, κάθησε δίπλα στο παράθυρο, είδε στο γραφείο το ημερολόγιο της και θέλησε να γράψει μια ιστορία για έναν παθιασμένο, κεραυνοβόλο έρωτα.

Παραμέρισε τη λευκή κουρτίνα και κοίταξε την αντανάκλαση της στο τζάμι.

«Η ζωή είναι αλλού»
Κάπου το είχε δει γραμμένο αυτό…

«Another dream that will never come true just to compliment your sorrow…»
Disturbed – Prayer

Back to Life

•18 Ιανουαρίου, 2009 • 9 Σχόλια

Θα ήθελα να μπορούσες να μου πεις κάτι πραγματικά σημαντικό.
Τη συνταγή ενός μαγικού φίλτρου ας πούμε, ή τη διεύθυνση ενός αληθινά στοιχειωμένου σπιτιού.
Θα ήθελα να φτιάχναμε μια παρέα όπως ήταν οι μυστικοί εφτά και να ξεδιαλύναμε σκοτεινά μυστήρια.
Να μιλάμε με κώδικες και να επικοινωνούμε με ταξιδιωτικά περιστέρια και σφυρίχτρες.
Θα ‘θελα να εφευρίσκω απαντήσεις σε όλα μου τα ερωτήματα, να γνωρίσω ένα εξωγήινο αγγελάκι και να κληρονομήσω ένα σοκολατένιο ηφαίστειο.
Μα πιο πολύ απ’όλα θα’ θελα ν’ αρχίσει να φυσάει. Πολύ.
Γιατί οι ανεμόμυλοι μου, έχουν αρχίσει να σκουριάζουν κι όπου να’ ναι θα με προδώσουν.

Σου εύχομαι…

•31 Δεκεμβρίου, 2008 • 7 Σχόλια

…Τις 365 νύχτες που ακολουθούν, να ξαπλώνεις σ’ένα καθαρό κρεβάτι, να κλείνεις τα μάτια αναστενάζοντας από ευχαρίστηση και να κοιμάσαι γαλήνια ως το πρωί.

1 🙂

2 🙂

3 🙂

4 🙂

5 🙂

6 🙂

7 🙂

8 🙂

2009 🙂

Εύκολο?

Homework

•8 Δεκεμβρίου, 2008 • 3 Σχόλια

Shiny Plastic Bags(κλικ)

Tonight we open our doors to the devil to bring on the pain
The sidewalks aren’t safe the trouble remains the beat of our feet against the doorsteps sounds deadly

Tonight we bring down the flags to cover our memory and wrap ourselves in our innocence
We stare out at the street
The dreamcatchers
And all the enemies we shadowbox
Like regret

We’re counting all the windows
That line our city streets
We’re counting all the crackpots
And the dreamcatchers and
We’re writing all the letters
That will never be returned
We’re lighting all the dreamers
Forget how to burn

Tonight
We open our front doors
Tonight
We step out onto
The prison’s dance floor
Tonight
We pull down all the flags
And wrap
Up our innocence
In shiny plastic bags

You spread out your curtsey
Before my drunken eyes
(You curtsey to the man
Who’s)
You pull up on your skateboard and say
(A servant’s paperboy)
Can I give you a hand?
(For the ransom that you called)

That day
Was important
That day I won’t ignore
(State your case)
When you opened up your window
But you shut your front door
(That line the drive
And I shut the doors on strangers)
And I put you in my pocket
And you fell to the street
(In your pocket is some change
Spare a buck or two for truth)
And you say you like the devil
(Everyone who falls claims the devil’s at their side)
We’re the nicest guys you’ll meet
(The same as the victim
I’m the nicest guy you’ll meet)

Tonight
We open our front doors
(Tonight we open our doors to the devil to bring on the pain the sidewalks aren’t safe)

Tonight
(The trouble remains the beat of our feet against the doorsteps sounds deadly)
We step out onto
The prison’s dance floor
(The dance floor’s expectations escaping in the arms of lovers cracking doors into the night)

Tonight
We pull down all the flags
(Tonight we bring down the flags to cover our memory and wrap ourselves in our innocence)
And wrap
Up our innocence
(We stare out at the streets
A dreamcatcher)
In shiny plastic bags

In the spotted heart of the city
Burning neon bright
We play statesmen with hired guns and shoot out all the streetlights
Pushing on
We string tripwire across alleys
Sort the strangers that we catch
Looking for those with tongues like a match
To help us strike back at the night
Pushing on

We search through broken glass scraps
Cut through wastelands looking for microphones, with our lips push their love
Looking to shout out secrets in the streets
Looking to beat back passing seasons by making masterpieces of ourselves

But eventually
Homes become too small for broken ambitions
Eventually everyone wants to go down with a fight
Eventually everyone should just pack that shit up and move in with their mothers but their mothers are dead

And they become reckless
And you can see them in the streets
They’re these warriors under the moonlight
They’ve got these faces
It’s like golden agony
Don’t give me your blood money

I’m looking for the dreamers who can scream so fuckin’ loud

I’m looking for the dreamers who can scream so fuckin’ loud

Like regret

We’re looking
For that
Woman
We’re looking
For you
Man
(The men behind me believe in music to be buried out back beneath the nightclub)
You don’t believe in music
(If you’d rather put it in the hospital you’ve never been bandaged by the right song on the radio at just the right time)
And here’s a hostile land
(Jesus freaks keep the rhythm tight to their chest and scream about the exodus of evil spirits)

We’re looking for your Jesus
We’re looking for your Allah
(Allah will be joining you soon to limit your fate)
We’re looking for the Ghandi version
(Because when you’re the Ghandi version of sick responsibility)
Of the holy
(You’re just one more to losing it on a hand grenade)
Fatwa
(You can see it in their eyes back there before they punch out the lights on a piece of passage in people on the night shift)

We’re looking for Pinocchio
(We’re lifting off towards the stars, give me something to believe in)
At least he stands out in a crowd
(It seems that everything only has its antidote
Everything only has its antidote)
And we’re looking for the dreamers who can sing this fucking loud

Tonight
We open our front doors
(Tonight we open our doors to the devil to bring on the pain)

Tonight
(The sidewalks aren’t safe the trouble remains the beat of our feet against the doorsteps sounds deadly)
We step out onto
The prison’s dance floor
(The dance floor’s expectations
Escaping in the arms of lovers cracking doors into the night)

Tonight
We pull down all the flags
(Tonight we bring down the flags to cover our memory and wrap ourselves in our innocence)
And wrap
Up our innocence
In shiny plastic bags

– The Fugitives –

Identifiable Flying Object

•9 Νοεμβρίου, 2008 • 13 Σχόλια

Οι δρόμοι είναι ακίνητοι, oι ήχοι εκκωφαντικοί και στα φανάρια έχουν τοποθετηθεί ανθρωπόμορφες κρεμάστρες που περιφέρουν μηχανικά, άχρηστα αγαθά.
Κάθε Μέρα και Κάθε Νύχτα.
Μονοτονία…

Σήμερα όμως, μέσα από μία τυχαία ρωγμή στο εμπριμέ συνοθύλευμα διέκρινα μια πολύχρωμη προοπτική. Κι ήθελα μόνο να τη γευτώ όπως πρέπει να γεύεσαι το μέλι. Με τα δάχτυλα.

Η γλώσσα μου μυρίζει ομορφιά που δεν τολμώ να φτύσω με καμία περιττή λέξη. Καταπίνω κρυφά κι ανάβω τσιγάρο.

Συχνά με ταλαιπωρούν όλα αυτά που μένουν στα μάτια και δεν κατεβαίνουν στην καρδιά. Και με κρατάνε καρφωμένη ύπουλα καρφιά που δεν πρόλαβα -παρά μόνο πολύ αργά- να δω.

Απόψε δεν έχει σημασία.

…Till everything burnS…

•14 Οκτωβρίου, 2008 • 13 Σχόλια

Ζεις, φοβούμενος το σπάνιο.

Ενώ η συντριπτική πλειοψηφεία των ανθρώπων διαθέτει θετική ή ουδέτερη προς εσένα προαίρεση, εσύ ζεις προφυλάσσοντας τον εαυτό σου από ληστείες, βιασμούς και φόνους.

Ενώ δεν έχεις γνωρίσει ποτέ κανέναν άνθρωπο που έχει σκοπό να πληγώσει τα συναισθήματά σου, εσύ ζεις χτίζοντας τοίχους και αναχώματα και ψεύτικες μάσκες για να μην επιτραπεί σε κανέναν να αγγίξει την απύθμενη ευαισθησία σου.

Ζεις, ελπίζοντας στο απίθανο.

Ενώ η γνώση, η εμπειρία και οι πιθανότητες είναι εναντίον σου, εσύ ελπίζεις πως ο πρώτος αριθμός του λαχείου θα σε σώσει από όλα σου τα προβλήματα.

Ενώ η γκόμενα σ’έχει γραμμένο εδώ και μια βδομάδα, εσύ στέλνεις πάντα ένα λιτό, ερωτηματικό μήνυμα: «είσαι καλά», γιατί στο βάθος ελπίζεις πως κάτι κακό της έχει συμβεί κι αυτό το κάτι κακό θα μπορούσε να σώσει την αξιοπρέπειά σου.

Ζεις φοβούμενος το σπάνιο και ελπίζοντας στο απίθανο.
Ζεις…
Ζεις?
Ζούμε…
Ζούμε?

Brainstorming

•9 Αυγούστου, 2008 • 12 Σχόλια

Βρίσκομαι στον Πειραιά. Μπροστά μου έχω βράχια και θάλασσα και πίσω μου ψηλά, τον κεντρικό δρόμο. Είμαι μόνη στο αυτοκίνητο, μ’ενα στυλό, ένα κομμάτι χαρτί ακουμπισμένο στο τιμόνι και μερικά cd. Είναι πολύ ήσυχα.

Δεξιά μου στα βραχάκια κάθεται ένα νεαρό ζευγάρι. Εκείνος προσπαθεί συνεχώς να την κάνει να γελάσει. Εκείνη γελάει. Δυνατά.
Αριστερά, ακουμπισμένοι σ’ένα ακριβό αυτοκίνητο, δύο μεσήλικες μιλούν για το παρελθόν προσπαθώντας να βρουν ένα κοινό μέλλον. Εκείνος προσπαθεί να την πείσει ότι δεν θα την κάνει ποτέ να κλάψει. Εκείνη, σίγουρα θα κλάψει.

Κάποια πράγματα είναι προδιαγεγραμμένα. Κι αυτό όχι επειδή δεν υπάρχει ελπίδα ν’αλλάξουν. Είναι που μερικές φορές αρνούμαστε να κάνουμε την ανατροπή για να συνεχίσουμε ν’αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας. Για να συνεχίσουν να μας αναγνωρίζουν εκείνοι που λένε πως μας αγαπούν.

Δεν ξέρω πια… Άραγε γνωρίζεις πραγματικά έναν άνθρωπο ζώντας μαζί του στην καθημερινότητα ή παρατηρώντας τον απ’έξω να ζει την καθημερινότητά του?

Πραγματικά δεν ξέρω… Μετράς το μέγεθος των λαθών σου από το μέγεθος του πόνου που σου προκάλεσαν?
Κι όσο ο πόνος σβήνει, μικραίνει το λάθος?

Πώς περνάει κανείς από τον ναρκισσισμό στην αυτοεκτίμηση?
Δυο χρονιές στο νηπιαγωγείο είναι αρκετές -μου είπαν- αυτός είναι άλλωστε ο στόχος του.

Μερικές στιγμές τα χρόνια λειτουργούν σαν οδοφράγματα. Συρρικνώνεται το μέλλον σου κι εσύ όλο και γυρίζεις στο παρελθόν για… γιατί? Για να’χεις λίγο χώρο. Καταλαβαίνω.

Συχνά καταλαβαίνω περισσότερα απ’ όσα θα ήθελα κι έτσι προτιμώ να μη μιλήσω.
Άλλες πάλι φορές δεν καταλαβαίνω τίποτα και τότε δεν μπορώ να σωπάσω.
Είναι επικοινωνία τώρα αυτό?

Κάπου στο βάθος ακούω δυνατά γέλια και φωνές. Μικρή, κοιτούσα τα φώτα των μακρινών σπιτιών απ’το μπαλκόνι μου και πίστευα πως οι άνθρωποι εκεί είναι πολύ ευτυχισμένοι. Ακόμα το φαντάζομαι.
Μόνο που τώρα τους ζηλεύω πολύ λιγότερο.

Booklover

•13 Ιουλίου, 2008 • 14 Σχόλια

Το καλοκαίρι, δύο πράγματα με κάνουν εύκολα ευτυχισμένη:

– Οι δροσερές νύχτες στη θάλασσα, σ’ένα μπαρ ίσως, με καλή παρέα, χαλαρή μουσική, παγωμένα ποτά και φώτα από καράβια να κινούνται στον ορίζοντα.
– Οι καυτές μέρες στη θάλασσα, με το κύμα να μου βρέχει συνεχώς τα πόδια, κρύο καφέ, νερό, καπέλο, αντηλιακό κι ένα βιβλίο, δύο βιβλία, τρία βιβλία, τέσσερα βιβλία, πέντε βιβλία, έξι βιβλία, επτά βιβλία …………….

Α) Το ερωτικό δυναμικό της γυναίκας μου – David Foenkinos
εκδόσεις Κασταλία

Β) Και η ζωή συνεχίζεται – Εγκλόφ Ζοέλ
εκδόσεις νέα σύνορα Α.Α. Λιβάνη

Γ) Στην ακτή – Ίαν Μακ Γιούαν
εκδόσεις Πατάκη

Δ) Το μυστικό της Λίλυ Νταλ – Siri Hustvedt
εκδόσεις scripta

Ε) Αυτόχειρες παρθένοι – Τζέφρυ Ευγενίδης
εκδόσεις Libro

Στ) Γουίλτ. Το μυστήριο της φουσκωτής κούκλας – Tom Sharpe
εκδόσεις Μέδουσα

Ζ) Το σπίτι του ύπνου – Τζόναθαν Κόου
εκδόσεις Πόλις

Τα παραπάνω ανήκουν στην κατηγορία παραλιο-βιβλία. Δηλαδή ευχάριστα, με μικρό σχετικά όγκο και ψυχαγωγικά (αν και όχι πάντα χαρούμενα).
Μετά από πολλές βουτιές, βγείτε από τη θάλασσα, βάλτε μπόλικο αντηλιακό και διαβάστε τα στην υγειά μου!

Update: Πείτε κι εσείς καμιά ιδέα ρε παιδιάααα……

Είναι ανήθικο…

•4 Ιουλίου, 2008 • 18 Σχόλια

Όταν κάποιος σου καταθέτει τον πόνο του, να του πεις ότι πονάς ή έχεις πονέσει περισσότερο.

Όταν κάποιος σου καταθέτει την αγάπη του, να του πεις ότι αγαπάς ή έχεις αγαπήσει περισσότερο.

Μπορώ να υπάρχω χωρίς συγκριτικούς βαθμούς.

Αν θέλω…

It happens all the time

•23 Ιουνίου, 2008 • 5 Σχόλια

«……
«καταλαβαίνω τι εννοείς» του είπε και τον αγκάλιασε, ενώ έσκυβε στο λαιμό του θέλοντας να προσθέσει και κάτι άλλο, μα δεν το κατόρθωσε κι αφού η καρέκλα τους ήταν κοντά στο κρεβάτι, έπεσαν πάνω στο στρώμα.

Έμειναν εκεί πλαγιασμένοι, χωρίς να μπορέσουν να βρουν τη λησμονιά της πρώτης νύχτας. Εκείνη τη ζητούσε, όπως κι εκείνος.

Αγρίεψαν κι οι δύο και τα πρόσωπά τους έδειχναν παραμορφωμένα, έχωνε ο ένας το κεφάλι στον κόρφο του άλλου, έψαχναν, ενώ απ’τα αγκαλιάσματα τα κορμιά τινάζονταν στον αέρα, χωρίς ωστόσο να τους κάνουν να λησμονήσουν, τους θύμιζαν μόνο εκείνο που αδιάκοπα ζητούσαν. Σαν απελπισμένα σκυλιά που σκάβουν το χώμα, ο ένας έσκαβε το κορμί του άλλου. Πολύ συχνά, απατημένοι και χωρίς καμιά ελπίδα οσμιζόνταν κι έγλειφε ο ένας το πρόσωπο του άλλου, κάνοντας κι οι δυο τους μια ύστατη προσπάθεια για να πιάσουν την ευτυχία.

Η κούραση όμως τους βύθισε σε μια ηρεμία κι έτσι ο ένας ένιωθε ευγνωμοσύνη για τον άλλο.
……»

Ο Πύργος
Φραντς Κάφκα

Μετάφραση: Κ.Προκοπίου
Εκδόσεις «γράμματα»

…κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα

•16 Ιουνίου, 2008 • 11 Σχόλια

Ήταν ευτυχισμένη!
Τα μάτια της έλαμπαν τεράστια, ακόμα και στο σκοτάδι, φωτίζοντας γύρω τους φίλους και τον αγαπημένο της. Η μουσική έπαιζε χαμηλά κι η θάλασσα ίσα που ακουγόταν να χαιδεύει το βράχο δίπλα τους.
Κάθησε σ’ένα ψηλό σκαμπό και ανακοίνωσε χαρούμενη ότι θέλει ν’ανοίξει τα δώρα της. Το ένα μετά το άλλο, ξετυλίγονταν και φανέρωναν μικρές και μεγάλες εκπλήξεις, συνοδευμένες από φωνές, γέλια, ευχές κι ευχαριστίες.
Ένα αεράκι φύσηξε, μια τσάντα έγειρε κι όλοι είδαν ένα λευκό αντικείμενο να πέφτει στο νερό. Πολλοί έτρεξαν πέρα στα βράχια να το προλάβουν αλλά ήταν αργά.
Ένα μικρό, ελαφρύ σαν τον αφρό τσαντάκι, ταξίδευε ήδη πολύ μακριά τους.

…………… …………… …………… …………… …………… ……………

Έτρεχε μ’όλη του τη δύναμη απ’το λιμάνι προς την άκρη του χωριού. Τα γυμνά του πόδια ίσα που άγγιζαν τις καυτές απ’τον ήλιο πέτρες. Στα χέρια του, βρώμικα ακόμα από τα λέπια και το αλάτι, κρατούσε κάτι λευκό, κάτι λευκό και τσαλακωμένο.
Έφτασε ξέπνοος έξω απ’το σπίτι της και την είδε στην αυλή, μόνη, να παίζει με την κούκλα της.
Όρμησε μέσα φωνάζοντας «Πάντα σ’το λεγα πως υπάρχουν γοργόνες! Κοίτα τι έπιασε με τα δίχτυα ο πατέρας μου σήμερα…» και άφησε στα πόδια της μια λευκή, άμορφη μάζα, μπλεγμένη γύρω από δύο μεγάλα τσιμπιδάκια για τα μαλλιά.
Τα κοίταξε κι ύστερα κοίταξε αυτόν. Τα πήρε απαλά στα χέρια της και περιεργάστηκε τον μαυρισμένο απ’τη θάλασσα μίσχο τους. Πέρασε τα δάχτυλά της πάνω από τις μικρές, γυαλιστερές πέτρες που τα στόλιζαν κι είχαν τα χρώματα της άμμου το δειλινό και του πηλού στα πεζούλια και σχημάτιζαν κάτι σαν λουλούδι που στο κέντρο είχε μια πέτρα που το χρώμα της ήταν ολόιδιο με κείνο το κραγιόν που φοράει πάντα η δασκάλα τους.
Του χαμογέλασε λάμποντας.

«Μου τα ‘στειλαν οι γοργόνες, για σένα»… ψιθύρισε με χαμηλωμένα βλέφαρα κι άρχισε να πηγαίνει προς την πόρτα.
«Κι όταν μεγαλώσω, θα γίνω καπετάνιος και θα σε παντρευτώ» φώναξε κι άρχισε να τρέχει για να μην ακούσει εκείνη, την καρδιά του που χτυπούσε σαν τρελή κι έκανε τ’αυτιά του να βουίζουν.

Έτρεξε κι εκείνη ως την πόρτα κρατώντας σφιχτά στο χέρι το δώρο της και τον κοίταξε ν’απομακρύνεται. Ένιωθε σαν να’χει μέσα της μια απέραντη, γαλάζια θάλασσα κι ήταν σαν να ‘βλεπε εκείνον να οδηγεί το θεόρατο καράβι του, που το ακολουθούσαν γελώντας και παίζοντας, χίλιες γοργόνες.
Ήταν ευτυχισμένη!

Copy…Paste

•10 Ιουνίου, 2008 • 3 Σχόλια

Στο Πρώτο Θέμα της Κυριακής 8 Ιουνίου 2008, διάβασα κάτι που έγραψε ο Νίκος Νικητέας και πολύ μου άρεσε, οπότε το μεταφέρω αυτούσιο:

«Υποταγμένοι γκέι
Είναι ανατροπή να υπόκεινται στο οικογενειακό δίκαιο?

Οι φράσεις «έχω παιδιά να μεγαλώσω», «κάτσε στ’αυγά σου», «κοίτα τη δουλειά σου» κ.α. προέρχονται κατά κύριο λόγο από παντρεμένους, άνδρες ή γυναίκες. Ο γάμος είναι κατεξοχήν συντηριτικός θεσμός, ακόμη και ο πολιτικός, αφού,  ανεξάρτητα από την πίστη του καθενός, τα κίνητρα, οι λόγοι και οι επιδιώξεις των ζευγαριών που ενώνουν τις μοίρες τους είναι πάνω κάτω τα ίδια. Οι κοινωνίες μας στηρίζουν και στηρίζονται στον θεσμό της οικογένειας: διαιωνίζουν έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής που τις εξυπηρετεί και τις ισχυροποιεί μέσα από ένα σύστημα δομών όπως είναι το σχολείο, η εκκλησία, ο στρατός, η αγορά (με την οικονομική έννοια του όρου) κ.α. Γι’αυτόν τον λόγο ποτέ καμία εξουσία δεν απειλήθηκε από ζευγάρια, ποτέ κανένα σύστημα δεν ανατράπηκε από οικογενειάρχες. Αντίθετα, ζευγάρια και οικογενειάρχες φροντίζουν να έχουν την ησυχία και την ηρεμία τους, είτε για να ζήσουν τον έρωτά τους είτε για να θρέψουν (απρόσκοπτα) την οικογένειά τους.

Το γεγονός ότι οι γκέι ζητούν να παντρεύονται (κάτι που ήδη έγινε την περασμένη Τρίτη στην Τήλο) μόνο ανατροπή δεν προκαλεί. Δανείζονται έναν αστικό θεσμό για να τους αποδεχθεί η Πολιτεία και κατ’επέκταση η (συντηρητική) κοινωνία. Με άλλα λόγια, ζητούν να γίνουν μέλη της με τη βούλα του αστικού νόμου και να υπόκεινται στο Οικογενειακό Δίκαιο. So what! Κάποιοι εισαγγελείς, όμως, με αναχρονιστικά μυαλά της σχολής του… Μεσαίωνα, προσπαθούν να τους το απαγορεύσουν, φοβούμενοι προφανώς ότι θα απειληθούν οι ισορροπίες.

Και δεν αντιλαμβάνονται ότι πρόκειται για την μαζικότερη και ευκολότερη υποταγή στο σύστημα ενός από τα πιο ανατρεπτικά κομμάτια της κοινωνίας»!

Ξέρεις κολύμπι…?

•19 Μαΐου, 2008 • 9 Σχόλια

Στο άνοιγμα της πόρτας εμφανίζεται συχνά ένα μικρό κορίτσι
με γαλλική πλεξούδα, τσαλακωμένο, κοντό φόρεμα, γδαρμένα γόνατα κι αγκώνες.
Έχει σφιγμένες τις γροθιές
προτεταμένο το κάτω χείλος.
Χτυπά με δύναμη το δεξί πόδι στο πάτωμα και με πείσμα ζητά πίσω
τις αταξίδευτες θάλασσές της.

Δεν ξέρω από ποιον…

Κάποιες, λίγες φορές,
μου προκαλεί ένα τρυφερό χαμόγελο.

Home at last

•2 Μαΐου, 2008 • 11 Σχόλια

Την πρώτη φορά που είδα άνθρωπο δίπλα μου να ψάχνει στα σκουπίδια για τρόφιμα ή ρουχισμό, ήταν κάτω από τις μεγάλες γέφυρες του σταθμού Tiburtina στη Ρώμη, πριν από περίπου δέκα χρόνια.

Ένας μικρός, γυάλινος κόσμος όμως, δεν ραγίζει τόσο εύκολα… ιδίως αν είναι φτιαγμένος από ανάγκη…

Ένα βράδυ, στην Αθήνα αυτή τη φορά, καθώς επέστρεφα σπίτι, είδα έναν άνδρα να ψαχουλεύει στα σκουπίδια. Μόλις με αντιλήφθηκε σταμάτησε κι έκανε πως περπατούσε αδιάφορα στο πεζοδρόμιο. Όταν διασταυρωθήκαμε με ρώτησε αν έχω ένα τσιγάρο. Του έδωσα ένα απ’τα πακέτα που είχα στην τσάντα μου. Με ευχαρίστησε με χαμηλωμένα μάτια κι απάντησα «εγώ ευχαριστώ» εννοώντας το. Λέω και μαλακίες ώρες ώρες… τι «ευχαριστώ»? Που θα’χει τσιγάρα για μια νύχτα κι αυτό θα το χρωστάει σε μένα? Ναι, είναι αλήθεια, η ροπή προς την ευεργεσία μαζί με την ευαισθησία, είναι τα μεγαλύτερα ελαττώματά μου!

Σήμερα, είδα άλλον ένα… μέρα αυτή τη φορά. Τον προσπέρασα με τ’αυτοκίνητο και βγήκα στον κεντρικό δρόμο. Τα μαγαζιά είχαν ήδη ανάψει τα φώτα τους κι ο κόσμος μπαινόβγαινε και ψώνιζε. Όπου αυτό είναι εφικτό, ο κόσμος ψωνίζει βάζοντας μια υπογραφή στο τεφτέρι του καταστηματάρχη. Όχι, δεν είναι μια υπερβολή των δελτίων ειδήσεων, ξέρω σίγουρα πως συμβαίνει. Η λεπτομέρεια που ίσως κάνει τη διαφορά, είναι ότι με τον συγκεκριμένο τρόπο, ψωνίζει πράγματα που δεν τα έχει ανάγκη.

Ο ουρανός ήταν γκριζογάλανος και οι λευκές γραμμές από δύο μαχητικά αεροσκάφη σχημάτιζαν ένα ατελείωτο ίσον ή μια διπλή διαχωριστική γραμμή που απαγορεύει την προσπέραση. Δεν ξέρω ποια ήταν η πρόθεσή τους…

Στη γωνία πριν το σπίτι, δυο ηλικιωμένες μιλούσαν δυνατά. Η μία ξεκίνησε να φύγει, περπατώντας μαρτυρικά αργά.
– Άντε, στο καλό και να μας γράφεις!
– Ναι, κάτσε να φτάσω πρώτα!

Πώς να μη γελάσεις?

Φρουτοσαλάτα

•21 Απριλίου, 2008 • 13 Σχόλια

Απόψε αυτοσχεδιάζουμε… Μ’αγαπάς όπως οι φράουλες ματώνουν τα δόντια

Και τα κεράσια που κρέμονται παιχνιδιάρικα απ’ τ’ αυτιά σου μοιάζουν με θυμωμένα μικρόφωνα

Έχεις δοκιμάσει γλυκά αμύγδαλα?

Το αλάτι ταιριάζει στ’αμύγδαλα όπως το μικρόφωνο στα χείλη

Ο ανρεαλισμός μου, σου προσφέρει ισχυρό άλλοθι για ένα παρελθόν γεμάτο άγουρα ξινόμηλα

 

Ένστικτο και παπαριές…

 

Μη μιλάς άλλο. Εμένα απ’ τ’ αυτιά μου κρέμονται μεγάφωνα.

Μνημειώδους έντασης. Ασθενούς ένσταστης.

Και ειρωνικά καλής κατασκευής.

 

Αντέχω κι άλλο να μην αντέχω άλλο.

Πες μου…

•7 Απριλίου, 2008 • 14 Σχόλια

πώς νιώθεις?Δεν ήταν κάποιος που γνώριζες βαθιά. Απλά τον γνώριζες σε όλη σου τη ζωή.

Ήταν κάποιος που σ’έχει δει να παίζεις μήλα και κρυφτό και αργότερα σ’έχει κοιτάξει ξαφνιασμένος να ισορροπείς πάνω στα πρώτα σου ψηλοτάκουνα.

Όταν ένα μεσημέρι είδε το σημάδι στο μάγουλό σου και ρώτησε τι έπαθες, έκανε ότι πίστεψε πως έπεσες, σου έκλεισε το μάτι συνωμοτικά και χάιδεψε απαλά τα μαλλιά σου.

Στα δώδεκά σου, ήσουν τσιμπημένη μαζί του, καθώς ήταν ο ωραιότερος 35άρης της γειτονιάς και προτιμούσες τα σκαλιά της δικής του πολυκατοικίας για να ψιθυρίζεις μυστικά χαχανίζοντας με τις φίλες σου.

Από τις καλοκαιρινές κυριακές που η γειτονιά μαζευόταν ως αργά στην αυλή της Άννας πίνοντας κρασί και ψήνοντας σουβλάκια, έχεις ακόμα την εικόνα του, να πετάει σεξουαλικά υποννοούμενα στις παντρεμένες, που γελούσαν δυνατά καυλώνοντας. Εκείνα τα λόγια του έπαιρνες μαζί τη νύχτα στα ιδρωμένα σου σεντόνια, όταν έψαχνες μανιασμένα να καταλάβεις γιατί γελούσαν.

Το βράδυ που έστριψες στη γωνία κι ένας άγνωστος σ’άρπαξε και σε κόλλησε στον τοίχο παρακαλώντας σε να του πιάσεις τον πούτσο, δεν φοβήθηκες γιατί ήξερες πως αν φωνάξεις, θα ήταν κι εκείνος ανάμεσα σ’αυτούς που θα ‘βγαιναν να σε προστατεύσουν.

Χρόνια αργότερα, τον έβλεπες σπάνια, αντάλασσες μαζί του έναν φευγαλέο χαιρετισμό, πάντα με χαμηλωμένα μάτια, με συστολή, ίσως για να μη δει ο ένας στα μάτια του άλλου πόσο μεγάλωσε… ποιος ξέρει…

Και τώρα,
πώς νιώθεις?

Πέθανε ξαφνικά,
πώς νιώθεις?

…I do…

•17 Μαρτίου, 2008 • 5 Σχόλια

«Στην Ελλάδα οι γκέι, οι λεσβίες και οι τρανσέξουαλ γνωρίζουν από διακρίσεις. Τις αντιμετωπίζουν καθημερινά στην οικογένεια, την κοινωνική ζωή και τον επαγγελματικό στίβο.
Καμιά φορά όμως φτάνει μια σταγόνα για να ξεχειλίσει το ποτήρι.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα του τύπου το Υπουργείο Δικαιοσύνης ετοιμάζεται να καθιερώσει ένα ‘συμβόλαιο συμβίωσης’ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ για τα ετερόφυλα ζευγάρια. Δεν θεωρούμε ότι ένα απλό ‘συμβόλαιο’ μπορεί να λύσει τα ζητήματα των ζευγαριών ίδιου φύλου, ούτε να εξασφαλίσει την ισότιμη μεταχείρισή τους. Πιστεύουμε όμως ότι η προτεινόμενη διάκριση είναι κατάφωρα αντίθετη τόσο με το ελληνικό Σύνταγμα όσο και με τις ευρωπαϊκές συνθήκες για τα δικαιώματα του ανθρώπου. Πόσο μάλλον όταν 18 ευρωπαϊκές χώρες ήδη παρέχουν νομική κατοχύρωση στα ζευγάρια ίδιου φύλου.

Σκοπός αυτής της πρωτοβουλίας είναι να ενημερωθούν σχετικά οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, οι οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ιστοσελίδες και ιστολόγια σε όλο τον κόσμο. Αυτό που ζητάμε είναι ίσα δικαιώματα για όλους. Τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο.

Αυτή τη φορά δεν θα μείνουμε σιωπηλοί. Αυτή τη φορά δεν θα κάτσουμε με σταυρωμένα χέρια.

In Greece gays, lesbians and transexuals know about discrimination. They face it daily from their families, in their social lives and in the professional field.

But sometimes, all it takes is a single straw to break the camel’s back.

According to press reports, the greek government is preparing to introduce a domestic partnership ‘contract’ EXCLUSIVELY for unmarried heterosexual couples. We do not believe that a mere ‘contract’ can resolve the issues same-sex couples face or ensure their fair treatment under the law. However this discriminatory proposal is a direct contravention of the greek Constitution, as well as european human rights treaties. Especially since same-sex couples already enjoy legal rights in 18 european nations.

The aim of this intervention is to make sure that european institutions, human rights organisations, websites and weblogs from around the world learn about these proposals. What we ask for is equal rights for all. Nothing more and nothing less.

This time around we will not sit idly by. This time around we will not keep silent».

I’ve been haunting you…

•1 Μαρτίου, 2008 • 14 Σχόλια

Στις 12 του Μάρτη, κρύψε ένα ραβασάκι στην τσέπη μου λίγο πριν κλείσεις την πόρτα…

Την τρίτη Κυριακή του Μαίου, παίξε ποδόσφαιρο ενώ σε κοιτάζω κρατώντας το αγριολούλουδο που μου χάρισες…

Το πιο ζεστό μεσημέρι του Αυγούστου, έλα στο κρεβάτι στάζοντας ακόμα από το ντους…

Με την πρώτη βροχή του Σεπτέμβρη, δώσε μου ένα φιλί με γεύση ποπ κορν στις πίσω θέσεις ενός παλιού σινεμά…

Ένα κρύο πρωινό του Νοέμβρη, ξεκίνα για τη δουλειά φορώντας το γαλάζιο πουκάμισο που μόλις σου σιδέρωσα…

Την πιο ξάστερη νύχτα του Δεκέμβρη, γάμησέ με δίπλα σ’ένα μισολιωμένο κερί…

Απόψε, κλείσε μου το μάτι χαμογελώντας και ξάφνιασέ με…

Thank god for μπλογκοπαίχνιδα!

•26 Φεβρουαρίου, 2008 • 6 Σχόλια

Το παιχνίδι έχει τους εξής όρους:
1) Παίρνεις το βιβλίο που βρίσκεται πιο κοντά σου.

2) Το ανοίγεις στη σελίδα 123 (αν έχει λιγότερες σελίδες, πάρε το επόμενο).

3) Εντοπίζεις την πέμπτη περίοδο (από τελεία σε τελεία).

4) Παίρνεις το ρίσκο να αναρτήσεις τις επόμενες 3 περιόδους (έκτη, έβδομη, όγδοη), ακόμα κι αν δεν λένε τίποτα σημαντικό.

Ευτυχώς που κυκλοφορούν κι αυτά τα παιχνίδια για τις περιόδους ξηρασίας…

Λοιπόν, το βιβλίο είναι «Η μεγάλη βραδιά» του Τζουζέπε Ποντίτζα.

«…Ποτέ δεν θα είχε ανακαλυφθεί η δυσχερής θέση τους αν δεν την φανέρωναν, μετά το θάνατό τους, ημερολόγια γεμάτα άγχος. Μερικοί την είχαν εξομολογηθεί σε συγγενείς ή φίλους τους, που είχαν μιλήσει με τη σειρά τους ύστερα από πολλά χρόνια. Κι αυτός τους φανταζόταν στα δωμάτιά τους, ανάμεσα στα βιβλία μιας νεκρής θρησκείας, ανάμεσα στα λείψανα μιας πίστης που είχε γίνει προσποίηση…»

Ευχαριστώ τον axenbax για την πρόσκληση και προσκαλώ με τη σειρά μου τη severin, την καλοκαιρινή αύρα, την poontangDee τον Τζονάκο και τον wplefty.

KITCHEN

•4 Φεβρουαρίου, 2008 • 9 Σχόλια

Διάβασα τις προάλες το Kitchen της Yoshimoto Banana. Μου άρεσε…

«Είναι σκληρό να μην έχεις πού να τρυπώσεις όταν νιώθεις πληγωμένος… Εκείνες ζούσανε μέσα στην ευτυχία. Ήταν αναθρεμένες από γονείς στοργικούς, έτσι ώστε να μην ξεφεύγουν ποτέ απ’τα όρια εκείνης της ευτυχίας, με οτιδήποτε κι αν καταπιάνονταν. Έτσι, δεν γνώριζαν την αληθινή χαρά… Η φύση μας σπρώχνει να στεκόμαστε μόνοι στα πόδια μας, όσο απελπισμένοι κι αν είμαστε… Ένας άνδρας που κλαίει δεν μπορεί να πάρει ταξί. Νομίζω πως τότε ήταν που σκέφτηκα για πρώτη φορά: Τι μαλακία να είσαι άνδρας… Στο μέρος όπου έχει πεθάνει κάποιος αγαπημένος, ο χρόνος σταματάει για πάντα… Κάθε άνθρωπος έχει όρια που δεν ξεπερνιούνται… Να κατακτάς και να μεγαλώνεις… με θάρρος και γλυκύτητα».

Οι ήρωες του Kitchen έζησαν λυτρωτικές στιγμές πάνω από ένα πιάτο αχνιστό katsudon (ή donkatsu). Ήταν το μέσον για να δείξουν στοργή κι αγάπη, να προσφέρουν ζεστασιά, να παρηγορήσουν και να παρηγορηθούν. Οι άνθρωποι πίνουν και τρώνε στις δύσκολες στιγμές και όταν αυτό γίνεται με παρέα είναι πολύ σημαντικό γιατί «ευτυχία, είναι εκτός των άλλων και το να μη συνειδητοποιείς ότι είσαι μόνος».
Φτιάξε λοιπόν ένα Katsudon και κάλεσε τους ανθρώπους σου να το μοιραστείτε.
Για τη νοστιμιά, εγγυώμαι εγώ.
Για την καλή παρέα, κάνε τα κουμάντα σου…

Υλικά για 4 άτομα

Τρία σνίτσελ χοιρινά
Έξι-εφτά μεγάλα κρεμμύδια
Τέσσερα αυγά
Σάλτσα σόγιας (το μικρό μπουκαλάκι φτάνει και περισσεύει)
Ρύζι (σε μερικά σούπερ μάρκετ υπάρχει ιαπωνικό, αλλά κάνουν και τα Jasmin, basmati κτλ)
Αλάτι, πιπέρι
Αλεύρι, φρυγανιά τριμμένη κι ένα αυγό για το πανάρισμα των σνίτσελ

Λοιπόν, πρώτα πανάρεις τα σνίτσελ με τον κλασικό τρόπο, δηλαδή αλεύρι, μετά αυγό και τέλος φρυγανιά. Στο αυγό ρίξε και λίγο αλατοπίπερο.
Τα τηγανίζεις μέχρι να ροδίσουν και τ’αφήνεις να κρυώσουν σε απορροφητικό χαρτί. Όταν κρυώσουν, τα κόβεις σε φέτες φάρδους δύο-τριών εκατοστών περίπου.
Καθαρίζεις τα κρεμμύδια και τα κόβεις σε τέσσερα-πέντε κομμάτια το καθένα ανάλογα με το μέγεθός τους. Τα βάζεις σε μια ρηχή κατσαρόλα (καλής ποιότητας) και τα σωτάρεις με λίγο λάδι μέχρι να γίνουν διάφανα, ανακατεύοντας συνέχεια για να μαγειρευτούν ομοιόμορφα.
Μετά, ρίχνεις επτά-οχτώ κουταλιές της σούπας σόγια σως, μισό κουταλάκι ζάχαρη, χαμηλώνεις τη φωτιά και ρίχνεις νερό μέχρι να σκεπαστούν εντελώς τα κρεμμύδια. Τοποθετείς από πάνω τα κομμάτια των σνίτσελ, το ένα δίπλα στο άλλο, σκεπάζεις την κατσαρόλα και τ’αφήνεις να σιγοβράσουν για κανένα μισάωρο. Πού και πού ρίχνε και καμιά ματιά γιατί ΔΕΝ πρέπει να μείνει το φαγητό χωρίς υγρά.
Αφού περάσει το μισάωρο, χτυπάς τ’αυγά με λίγο αλατοπίπερο και περιχύνεις το φαγητό, να πάνε παντού. Σβήνεις το μάτι, βάζεις το καπάκι και το αφήνεις να ψηθεί με τη θερμότητα που ήδη έχει για τουλάχιστον ένα τέταρτο.
Το Katsudon είναι έτοιμο.
Στο διάστημα που έβραζε, έχεις ετοιμάσει το ρύζι, σωστά?
Βάζεις λοιπόν ρύζι σ’ένα πιάτο και από πάνω το Katsudon. Αν θέλεις, ρίξε και λίγη σόγια σως αλλά με προσοχή, μη γίνει λύσσα… δοκίμασε πρώτα…

Καλή όρεξη και να περάσετε όμορφα…
Πιείτε και λίγο κόκκινο κρασί στην υγειά μου!

Αντισταθείτε….?

•23 Ιανουαρίου, 2008 • 9 Σχόλια

Αγαπητέ wpleftyboy, στα πλαίσια του αντιστασιακού κλίματος που επικρατεί στη χώρα τον τελευταίο καιρό, ακολουθώ την προτροπή σου και αναρτώ ποίημα για να δηλώσω πως δεν είμαι μέρος του προβλήματος αλλά μέρος της λύσης του! Επειδή όμως ο αγώνας είναι μακρύς και επίπονος, δεν ήθελα να χαλάσω άσκοπα θερμιδική ενέργεια και να πάω ως τη βιβλιοθήκη μου, να σταθώ ώρα όρθια και να ξεφυλλίσω ένα κάρο βιβλία. Άπλωσα λοιπόν το χέρι μου, έτσι όπως καθόμουν μπροστά στον υπολογιστή και τράβηξα από δίπλα ένα cd. Λέγεται «φυσάει» και αποτελείται από μελοποιημένα ποιήματα του Τάσου Λειβαδίτη. Παραθέτω το τελευταίο της σειράς, που λέγεται «επίλογος»:

Ήταν ένας νέος ωχρός
καθόταν στο πεζοδρόμιο
χειμώνας, κρύωνε
Τι περιμένεις, του λέω!
Τον άλλο αιώνα, μου λέει
όσο για μένα έμεινα πάντα
ένας πλανόδιος πωλητής αλλοτινών πραγμάτων
αλλά ποιος σήμερα ν’αγοράσει
ομπρέλες από αρχαίους κατακλυσμούς
Αλλά μια μέρα δεν άντεξα
Εμένα με γνωρίζετε, τους λέω!
Όχι, μου λένε
έτσι πήρα την εκδίκησή μου
και δε στερήθηκα ποτέ
τους μακρινούς τοίχους
κι όταν με πήγαν βιαστικά στο νοσοκομείο
Τι έχετε, μου λένε!
Εγώ τίποτα, τους λέω
μόνο πέστε μου γιατί μας
μεταχειρίστηκαν μ’αυτό τον τρόπο
Το βράδυ έχω βρει έναν εύκολο τρόπο να κοιμάμαι
τους συγχωρώ έναν έναν όλους
άλλοτε πάλι θέλω να σώσω την ανθρωπότητα
αλλά εκείνη αρνείται
Κύριε αμάρτησα ενώπιόν σου ονειρεύτηκα πολύ
έτσι ξέχασα να ζήσω
μόνο μ’ένα μυστικό που το ‘χα μάθει από παιδί
ξαναγύριζα στον πραγματικό κόσμο
αλλά κανείς δε με γνώριζε
σαν τους θαυματοποιούς
που χάρισαν όλη μέρα το χαμόγελο στα παιδιά
και του βράδυ γυρίζουν στη σοφίτα τους
πιο φτωχοί κι απ’τους αγγέλους
Ζήσαμε πάντα αλλού
και μόνο όταν κάποιος μας αγαπήσει ερχόμαστε, για λίγο
κι όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον
είμαστε κιόλας νεκροί.

Κάνε να βρούμε ένα λόγο ν’αντισταθούμε, ένα λόγο που να μην φωνάζει από μακρυά «υποκριτική ψευδαίσθηση»…

εκείνης…

•17 Ιανουαρίου, 2008 • 7 Σχόλια

Πόσες φορές σε πήραν απ’το χέρι
Για να σου δείξουν τον κόσμο?
Πόσους κόσμους είδες με παραδομένα μάτια?

Μια κούκλα… σαν κούκλα…
Και δυο χέρια αγαπημένα να σου αλλάζουν μπαταρίες

Ασφάλεια, νηφάλια, αγάπη

Κι εσύ να παίρνεις το σχήμα του μυαλού τους
Κι αρνείσαι να μεγαλώσεις για να μπορείς να αναδεύεσαι

Κάποια μέρα
Θα κοιταχτείς σ’έναν καθρέπτη
Κι αυτός δεν θα είναι τα μάτια τους

Πανικός…

Mind works in mysterious ways

•5 Ιανουαρίου, 2008 • 15 Σχόλια

Η Ελένη περιμένει στην ουρά για ταξί. Στα χέρια, κρατά ένα μεγάλο φάκελο με τα αποτελέσματα των τελευταίων εξετάσεων. Ο καρκίνος παραλίγο να τη σκοτώσει πρόπερσι αλλά εκείνη τον πάλεψε και τώρα είναι καλά.
Νιώθει τυχερή και νικήτρια της ζωής.

Ο Πέτρος βγαίνει από το γραφείο του ψυχολόγου και παίρνει σκυφτός τον δρόμο για το σπίτι του. Είναι ο όμηρος που έμεινε για ένα εικοσιτετράωρο κλεισμένος σε υποκατάστημα κεντρικής τράπεζας, μαζί με τον επίδοξο ληστή και το πτώμα του ταμία. Ο Πέτρος επέζησε, πέρασαν έξι μήνες αλλά ακόμα φοβάται και τη σκιά του.
Νιώθει άτυχος και θύμα.

Ο Αλέκος κατεβαίνει απ’το αεροπλάνο κουρασμένος. Ταξιδεύει από τότε που γεννήθηκε, αλλάζοντας σπίτια, πόλεις και χώρες. Τα παιδιά των διπλωματών δεν μένουν για πολύ σ’έναν τόπο και μαθαίνουν από νωρίς ν’αποχωρίζονται και ν’αποχαιρετούν.
Νιώθει ελεύθερος και πολίτης του κόσμου.

Η Κατερίνα κλείνει το ημερολόγιό της δακρυσμένη. Παιδί χωρισμένων γονιών που δεν την αγαπούσαν ιδιαίτερα, αποχαιρέτησε στα εννιά της χρόνια την ψευδαίσθηση της χαρούμενης οικογενειακής συνύπαρξης κι από τότε προσπαθεί ανεπιτυχώς να φτιάξει την τέλεια οικογένεια αναπαράγοντας επιτυχώς το γονεϊκό της πρότυπο.
Νιώθει μόνη και προδομένη.
Χθες χώρισε. Ξανά.

Του τραύλισε μ’όλη της τη σιγουριά,

δεν σε θέλω εδώ γιατί ξέρω ότι κάποτε θα φύγεις.
Όλοι κάποια στιγμή φεύγουν
όλα κάποια στιγμή τελειώνουν.
Κι εγώ έχω κουραστεί να κάνω τελετές αποχαιρετισμού.
Γιατί τις ξεκινούσα και τις τελείωνα πάντα μόνη.

Του σιώπησε μ’όλη της την ένταση,

μείνε τουλάχιστον εσύ.
Κάνε με με τη βία να σε πιστέψω πως όλα θα είναι για πάντα καλά
κι ύστερα τρυφερά δίδαξέ με να ζω το τώρα.

Έτσι έκανε πάντα. Ψιθύριζε ναι εννοώντας όχι και φώναζε όχι εννοώντας ναι.
Σνόμπαρε την πληρότητα και κατασπάραζε το κενό.
Και θύμωνε με τους ανθρώπους. Μόνο που οι άνθρωποι φεύγουν κι έτσι μπορούσε μόνο να ξεσπάσει στον εαυτό της.

Τρία χρόνια πριν, κάποιος που ήξερε πότε να μιλήσει, της είπε: «Έρχεται κάποια στιγμή στη ζωή, που ο άνθωπος είναι αναγκασμένος να επιλέξει. Είναι ανέτοιμος και αδαής αλλά πρέπει να επιλέξει. Θα γίνει βασιλιάς ή γελωτοποιός? Σκλάβος ή δεσμοφύλακας?
Οι περισσότεροι επιλέγουν γιατί δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς κι ύστερα περνούν τη ζωή τους μετανιώνοντας, θυμωμένοι με τον εαυτό τους. Ή ικανοποιημένοι, χαρούμενοι με τις ικανότητές τους. Δεν τους περνά απ’το μυαλό πως όλα αλλάζουν, όλα ανατρέπονται. Και πως αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό επιλογή δική τους.
Σε σένα όμως, θα πω ένα μυστικό που δεν είναι μυστικό αλλά είναι μυστικό γιατί δεν διδάσκεται πουθενά. Το αν θα το καταλάβεις, είναι (ειρωνικό, ε?) δική σου επιλογή.

Ο χαμαιλέοντας δεν παύει ποτέ να είναι απλά μια σαύρα».

Ah, this…? Last Year…!

•23 Δεκεμβρίου, 2007 • 16 Σχόλια

Οι μέρες. Και οι νύχτες.
Οι μέρες, οι νύχτες
Μέρες…….. νύχτες………
Ή μέρες, ή νύχτες….
Οι μέρες κι οι νύχτες………..

Περνούν…….

Οι μέρες και οι νύχτες περνούν.

Καθαρή Ψυχή
Λεκέδες
Μνήμες

Επίσης…

Τρία επεισόδια – Η τηλεταινία

•9 Δεκεμβρίου, 2007 • 16 Σχόλια

«Σήμερα είναι μια δύσκολη νύχτα. Κατ’αρχήν βρέχει πολύ κι ύστερα κάποιος εργολάβος ελπίδων αποφάσισε να κλείσει το μαγαζί του και ν’ανοίξει γραφείο τελετών. Εργολάβος θα είναι πάντα βέβαια, αλλά εγώ είμαι πολύ νέα για να στηρίξω την επιχείρησή του. Το πρόβλημα είναι ότι είχε επενδύσει στην παρουσία μου και τώρα αν δεν μεταμορφωθώ άμεσα σε πτώμα, το γραφείο θα χρεωκοπήσει».

– Με πρόδωσες.
– Όχι, πρόδωσα την εικόνα που είχες για μένα.

«Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα αγόρι κι ένα κορίτσι. Μεγάλωσαν κι έγιναν ένας άντρας και μια γυναίκα».

– Το θέμα είναι ότι οι άνθρωποι είναι άντρες και γυναίκες όταν είναι μόνοι ή παρέα με ομόφυλους. Τις ώρες που βρίσκονται με το αντίθετο φύλο, είναι μόνο αγόρια και κορίτσια. Σ’αυτό οφείλεται η ανακολουθία τους.
– Δηλαδή δεν υπάρχει ελπίδα?
– Η ελπίδα είναι παρεξηγημένη λέξη. Μπορείς λόγου χάρη να ελπίζεις ενάντια στους οιωνούς, αλλά όχι ενάντια στον εαυτό σου.
– Εσύ… είσαι οιωνός ή ο εαυτός μου?
– Μην ελπίζεις πως θ’απαντήσω.

«Σε παρατηρώ καιρό τώρα κι έχω αφεθεί να παραμυθιαστώ.
Πως διαθέτεις εκείνη τη δυσεύρετη ποιότητα του κινηματογραφικού ήρωα».

– Γλυκιά μου… βλέπεις πολλή τηλεόραση!

Beach House

•2 Δεκεμβρίου, 2007 • 19 Σχόλια

Πάντα ήθελα ένα μεγάλο σπίτι δίπλα στη θάλασσα…

Με πέτρινους τοίχους pf1.jpg

μεγάλες βεράντες και ασύμμετρα ταρατσάκια pf4.jpg

άφθονα λουλούδια παντού pf2.jpg

και πολλά δωμάτια για τους φίλους pf3.jpg

Μετά την πρόσκληση της Καλοκαιρινής Αύρας, είπα να το δείξω…

Να σας προσκαλέσω για έναν καφέ, ένα ποτό, ένα σαββατοκύριακο, ένα καλοκαίρι, ένα χρόνο… όπως βγει…

Πατήστε λοιπόν το κουδούνι, doorbell.jpg

Θα σταθώ μια στιγμή στον καθρέφτη της εισόδου να στρώσω τα μαλλιά μου και θ’ ανοίξω…

Sssss…..

•19 Νοεμβρίου, 2007 • 30 Σχόλια

Μ’αρέσει ο υπόκωφος θόρυβος που κάνει ένα βρεγμένο σεντόνι όταν το τινάζω πριν το απλώσω.
Μ’αρέσει το βραχνό τικ τακ του φλας στο αυτοκίνητο.
Μ’αρέσει το ηχητικό ανακάτεμα του μέταλλου και του ανθρακικού όταν ανοίγω ένα κουτάκι κόκα κόλα.
Μ’αρέσει το κουδούνισμα μιας βαριάς, αντρικής ζώνης όταν ξεκουμπώνεται.
Μ’αρέσει το φτερούγισμα των καινούριων τραπουλόχαρτων όπως τα ανακατεύω.
Μ’αρέσει το κλικ που κάνουν οι βαλίτσες όταν κλειδώνουν.
Μ’αρέσει ο ήχος του zippo αναπτήρα όταν τον κλείνεις και τον ακουμπάς στο τραπέζι.
Μ’αρέσει ο ψίθυρος του μάλλινου νήματος όταν περνάει μέσα από φανελένια πανιά.
Μ’αρέσει ο παφλασμός της σάρκας όταν πέφτει με δύναμη πάνω σε σάρκα.
Μ’αρέσει ο φύσημα του ατμού πάνω στα φρεσκοσιδερωμένα πουκάμισα.
Μ’αρέσει το κροτάλισμα των πιάτων που πλένονται.
Μ’αρέσει το καμπάνισμα των βραχιολιών σ’ενα γυναικείο χέρι.
Μ’αρέσει το γουργουρητό των φερμουάρ.
Μ’αρέσει το τριζοβόλημα των γυναικείων τακουνιών πάνω στην άμμο μιας οικοδομής.
Μ’αρέσει το τρίψιμο του πλαστικού όταν ακουμπώ το ακουστικό του τηλεφώνου στη θέση του χωρίς να βλέπω.
Μ’αρέσει του σούρσιμο του κάρβουνου πάνω σε σαγρέ χαρτί και το σπάσιμο της κιμωλίας.
Μ’αρέσει το τρίξιμο των παλιών, ξύλινων κρεβατιών.

Ζάρια που ρίχνονται, εκτυπωτές που ανάβουν, χαρτόνια που τσακίζονται, μονωτικές ταινίες που σκίζονται, πλήκτρα, κασέτες, παγάκια, σακούλες, νύχια, σπρέϋ, κρεμάστρες
…………………………………………………………………………………………………………….

Μ’αρέσει ν’ακούω τη ζωή μου.

Beauty Builder

•12 Νοεμβρίου, 2007 • 26 Σχόλια

Στο κομμωτήριο πηγαίνω δυο τρεις φορές το χρόνο. Προχθές ήταν δεύτερη του 2007. Όταν βγαίνω από’κει νιώθω αμηχανία, επειδή νομίζω πως όλοι καταλαβαίνουν πού ήμουν και τι έκανα. Θα μου πεις, πολύ συχνά οι άλλοι ξέρουν πού ήσουν και τι έκανες, σε βλέπουν να βγαίνεις από ένα κατάστημα ρούχων, από το σινεμά, από την τουαλέτα ενός μπαρ, από τη θάλασσα! Τα κομμωτήρια είναι αλλιώς όμως…

Τα κομμωτήρια είναι για τις γυναίκες, ότι τα γυμναστήρια body building για τους άνδρες.

Στα κομμωτήρια,
μέσα στο άπλετο φως και τις πολλαπλές αντανακλάσεις από τους καθρέφτες, βλέπεις τη συντροφικότητα που επιβάλλει ο κοινός στόχος. Ακούς το τιτίβισμα της χαρούμενης αγωνίας, τα επιφωνήματα επιδοκιμασίας, τις κραυγούλες πόνου που προκαλεί το κάψιμο από το πιστολάκι ή το τσιμπιδάκι των φρυδιών. Μυρίζεις σχεδόν τα οιστρογόνα στον αέρα, μπερδεμένα με αρώματα, λοσιόν, πούδρες, σπρέϋ και κρέμες.

Κι όταν κάποια φτάσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα, τη βλέπεις σχεδόν πάντα, να κάνει δήθεν αδιάφορες βόλτες πάνω κάτω, θαυμάζοντας τον εαυτό της στον καθρέφτη, κοιτάζοντας να σιγουρευτεί πως την κοιτάζουν, επιδεικνύοντας την υπεροχή της, ενώ οι υπόλοιπες της χαμογελούν αμήχανα, επιδοκιμάζοντας υποκριτικά, ανυπομονώντας να φύγει για να επανέλθουν στην πρότερη ισορροπία.

Κάθε φορά λοιπόν που βγαίνω από το κομμωτήριο, νιώθω αμηχανία. Γιατί νομίζω πως όλοι ξέρουν πού ήμουν και τι έκανα.

Πώς να το πω…

Είναι που ποτέ, δεν αποδέχθηκα τους body builder…

Στιγμές και όχι μόνο…

•8 Νοεμβρίου, 2007 • 17 Σχόλια

Είναι κάποιες ευκαιρίες που σου δίνονται και σε αποσυντονίζουν εντελώς. Γιατί νιώθεις πως ήρθε η ώρα ν’αποδείξεις πόσο αξίζεις. Αστεία πράγματα δηλαδή. Σε ποιον να το αποδείξεις?

Σου ζητάει κάποιος να του βάλεις ένα ποτήρι νερό κι εσύ ξεκινάς προς τη βρύση κουνώντας με χάρη τους γοφούς σου, κρατάς την κανάτα σαν να είναι το πιο σημαντικό πράγμα στον κόσμο και φαντάζεσαι τους συνειρμούς που κάνει το μυαλό του άλλου την ώρα που σε παρατηρεί μαγεμένος να ρίχνεις με μοναδικά αριστοτεχικό τρόπο το νερό στο ποτήρι του.
Συγχρητήρια αλλά ο άλλος δεν έχει προσέξει τίποτα. Απλά, διψούσε.

Προσευχόμουν μέρες, ίσως πάνω από σαράντα, στις ενδεχόμενες ιέρειες της έμπνευσης. Περίμενα να στείλουν ένα σημάδι, για να επιβεβαιώσω την αλαζονεία μου. Δεν ήρθαν ποτέ.

Είναι μερικές φορές που δεν θέλεις να δεις μέσα σου. Είναι όλα τόσο δυσδιάκριτα και σκοτεινά που φοβάσαι πως αν σκύψεις για να δεις καλύτερα, θα πέσεις στο κενό. Καμουφλάρεις την τρύπα με ένα δίχτυ, καμουφλάρεις το δίχτυ με κλαδιά από τα γύρω δέντρα και όλα μοιάζουν φυσιολογικά.
Όταν κάποιο αμέριμνο, περαστικό ζώο πατήσει στο δημιούργημά σου και πέσει στο κενό σου, δεν έχεις και πολλές επιλογές. Το κοιτάζεις από ψηλά. Αυτό μόνο. Περνάς τις μέρες σου παρατηρώντας το ενώ αυτό είναι καταδικασμένο να πεθάνει από ασιτία. Γεμάτο το κενό σου από οστά θυμάτων, χωρίς ποτέ να γεμίζει.

Όσο κι αν αργεί η έμπνευση, ο χρόνος δεν αργεί ποτέ. Έρχεται πάντα στην ώρα του. Πριν έρθει, είχα ευτυχώς φροντίσει ν’αγοράσω μια συσκευασία μύτες 4Β για το μολύβι μου.

Η τέχνη είναι δράση κι ο θεατής αντίδραση. Όταν η αυλαία ανοίγει αποκαλύτποντας το θαυμαστό κενό σου, ο καλλιτέχνης έχει μόνο δικαιώματα. Κι αν σ’ανεβάσει στη σκηνή, αποκτάς τα ίδια δικαιώματα μ’εκείνον. Απέναντι στο κοινό. Όχι σ’αυτόν.

Τελικά, κάθησα, στήριξα την πλάτη μου στον τοίχο, ακούμπησα ένα μπλοκ με λευκές σελίδες στα λυγισμένα γόνατα, άναψα τσιγάρο, γέμισα προσεκτικά με τις καινούριες μύτες το μολύβι μου
και τράβηξα την πρώτη, δειλή γραμμή.

Θα μπορούσα να το είχα κάνει σαράντα ημέρες νωρίτερα. Αλλά μ’αρέσει να πιστεύω πως οι ιέρειες της έμπνευσης είχαν έρθει τελικά κρυφά, ίσως μεταμφιεσμένες σε λέξεις κι άφησαν τα δώρα τους.

Love me to birth

•2 Νοεμβρίου, 2007 • 23 Σχόλια

Ο έρωτας, ό,τι κι αν λένε, είναι θάνατος. Παύεις να υπάρχεις.

Συνυπάρχεις…

Ύστερα ο έρωτας φεύγει κι εσύ ξαναγεννιέσαι δυστυχής και κουρασμένος.
Η ζωή είναι πολύ ελαφριά για να την αντέξεις μόνος…

WC meeting point

•29 Οκτωβρίου, 2007 • 27 Σχόλια

– Καλησπέρα…
– Καλησπέρα…
– Σε κοιτούσα έξω, που καθόσουν με την παρέα σου..
– Ναι, κάτι πρόσεξα..
– Είσαι πολύ όμορφη!
– Ευχαριστώ. Η κυρία που καθόταν στην αγκαλιά σου, θα συμφωνεί?
– Δεν κρύβω ότι είμαι παντρεμένος.
– …

– Ξέρεις πώς είναι… παντρεύτηκα είκοσι χρονών… με τη γυναίκα μου είμαστε σαν αδέρφια πια…
– Τι προσπαθείς να μου πεις? Ότι στα είκοσι ήσουν πολύ θαρραλέος ή πολύ ηλίθιος?
– Ήταν έγκυος…
– Χμμ… και τα δύο λοιπόν!
– …
– Από μένα τι θέλεις τώρα?
– Να σε γνωρίσω.
– Οι άνθρωποι δεν αλλάζουν τελικά, έτσι?

– Εεε… θα περιμένει η γυναίκα μου… θέλεις να μου δώσεις το τηλέφωνό σου?
– Είναι ένα πρόβλημα αυτό ξέρεις…
– Η γυναίκα μου?
– Όχι. Το ότι δεν είσαι πια είκοσι χρονών. Στα είκοσι, η ηλιθιότητα και το θάρρος είναι ένας υπέροχος συνδυασμός… Μάλλον θα συμφωνεί και η γυναίκα σου…

Της Άλεξ…

•23 Οκτωβρίου, 2007 • 25 Σχόλια

alex2jpg.jpg

Πριν μερικά χρόνια, τέτοια εποχή, έχασα το σκύλο μου (ή αλλιώς τη χαζογκόμενα, ξανθιά, κολλητή μου Νο2).

«Η αγάπη είναι εύκολο να οριστεί, όμως εμφανίζεται σπάνια-στην ακολουθία των υπάρξεων. Μέσω των σκύλων τιμούμε την αγάπη και τη δυνατότητά της. Τι είναι ο σκύλος αν δεν είναι μια μηχανή αγάπης;

Του παρουσιάζουμε ένα ανθρώπινο ον, αναθέτοντάς του την αποστολή να το αγαπήσει – και όσο άχαρο, διεστραμμένο, παραμορφωμένο ή ηλίθιο και να είναι, ο σκύλος το αγαπά.

Αυτό το χαρακτηριστικό ήταν τόσο εκπληκτικό, τόσο απροσδόκητο για τους ανθρώπους της αρχαίας ράτσας, που οι περισσότεροι -όλες οι μαρτυρίες συγκλίνουν- έφτασαν να αγαπάνε τους σκύλους τους σε ανταπόδοση.

Ο σκύλος ήταν λοιπόν μια μηχανή αγάπης
που παρουσιάζει το φαινόμενο της διάχυσης,
του οποίου όμως οι επιπτώσεις περιορίζονταν στους σκύλους,
δεν επεκτείνονταν ποτέ στους άλλους ανθρώπους».

M.Ουελμπέκ
«Η δυνατότητα ενός νησιού»

Just another day in paradise

•17 Οκτωβρίου, 2007 • 18 Σχόλια

Δύο σκηνές μου έχουν μείνει από το σήριαλ «Αναστασία». Η πρώτη είναι μια ερωτική, εκείνη καθισμένη πάνω στον τύπο, ο οποίος είναι καθισμένος στο κάθισμα του οδηγού. Το κεφάλι της απέχει καμιά εικοσαριά εκατοστά από την οροφή του αυτοκινήτου. Πάντα αναρωτιόμουν… πόσο κοντή είναι αυτή ή πόσο ψηλό το αυτοκίνητο. Δεν έμαθα ποτέ αλλά οι έρευνες συνεχίζονται.

Η δεύτερη είναι όταν ο Κούρκουλος ανεβαίνει στη μηχανή και φτάνει σ’ένα γκρεμό, όπου κοιτώντας το άπειρο βγάζει μια σπαρακτική κραυγή πόνου και θυμού.

Πολλές φορές θα ήθελα να βρεθώ σ’εκείνο το γκρεμό, να ουρλιάξω κι εγώ, να φύγει από μέσα μου η αρρώστια. Αλλά μου φαίνεται γελοίο να πάρω το αυτοκίνητο, να κάνω τη διαδρομή, να παρκάρω κ μετά να σταθώ πάνω από την άβυσσο και να φωνάξω.
Πολύ θεατρικό και το θέατρο χρειάζεται θεατές για να υπάρξει.

Θέλω να κρυφτώ σ’ένα μαλακό πάπλωμα και να κλάψω μέχρι να νιώσω χαρούμενη.

Αλλά θα προτιμήσω να βγω στους δρόμους, να κάνω ό,τι έχω να κάνω, να δω όποιους έχω να δω και να πω ό,τι δεν χρειάζομαι να πω.

Θα βγω στους δρόμους και θα’χω το νου μου…

Γιατί απόψε, όσο ποτέ άλλοτε, έχω ανάγκη από μία ψευδαίσθηση.
Έστω και δανεική…

Big Bank

•12 Οκτωβρίου, 2007 • 4 Σχόλια

banks1.jpg

Στο σχολείο μια χρονιά, είχαμε έναν ταμία που διαχειριζόταν το κεφάλαιο της τάξης κάπως ανορθόδοξα. Όταν δεν είχαμε τσιγάρα μας έδινε απ’το ταμίο να πάρουμε κάτι τελειωμένες, άγνωστες μάρκες (ήταν φτηνές), πού κ πού κερνούσε κανένα καφέ και μια φορά πλήρωσε το σπασμένο τζάμι ενός αυτοκινήτου, δίπλα απ’το οποίο έτυχε να περνάει ο Παναγιώτης (ακόμα δεν ξέρει πώς το ‘σπασε).
Τον φωνάζαμε τραπεζοταμία.
Αυτά τα μικροποσά ήταν πάντα δανεικά και ο τραπεζοταμίας ήταν αμείλικτος όταν αργούσαμε να τα επιστρέψουμε. Έτσι, δεν είχε χαθεί, ούτε δραχμή από το ταμείο της τάξης.
Όταν ένα σπασικλάκι το έμαθε και τον κατηγόρησε μπροστά σε μαθητές και καθηγητές, είπε: «Με ψηφίσατε για να συγκεντρώνω τα χρήματα της τάξης και να τα φυλάω μέχρι η τάξη να τα χρειαστεί. Μέχρι τώρα, δεν έχει λείψει τίποτα απ’το ταμείο. Το τι γίνεται ενδιάμεσα, δε σας αφορά».
Τώρα που μεγάλωσε έχει καθαριστήριο αλλά ήταν και είναι ο καλύτερος τραπεζίτης που έχω δει ποτέ.

Μια που έγινε η αρχή, είπα να το ποστάρω κι εγώ γιατί τα χρήματα της τάξης όλο και λιγοστεύουν.

UNTITLED

•28 Σεπτεμβρίου, 2007 • 6 Σχόλια

Το παγκάκι μου βρίσκεται στην άκρη της προβλήτας, παράμερα, με θέα όλο το λιμάνι.
Την ημέρα τριγυρίζω ανάμεσα στα πλήθη που συνωστίζονται μπαίνοντας και βγαίνοντας από τα πλοία.
Κρυφακούω τα μισόλογα των ανθρώπων, πλάθοντας απ’αυτά τις ιστορίες τους.
Κοιτάζω στα μάτια αυτούς που μου απευθύνονται, πλάθοντας απ’τα λόγια τους τις ιστορίες μου.
Τις νύχτες, κάθομαι στο παγκάκι μου κ ανάβω τσιγάρο περιμένοντας…
Συχνά, κάποιος ξεμακραίνει απ’το πλήθος κ έρχεται κοντά μου. Αυτοί μ’αρέσουν. Αυτοί που διακρίνουν την κάφτρα μου από μακριά κ έρχονται περίεργοι να ζητήσουν τη φωτιά μου.
Μου ανοίγουν την καρδιά τους, μου κάνουν έρωτα και μου μιλούν γι’αυτά που αφήνουν πίσω.
Πάντα κάποιος τους περιμένει εκεί που πηγαίνουν κ εγώ ξέρω να μοιράζομαι τις προσδοκίες τους.
Αυτό ερωτεύονται.
Ύστερα το πλοίο τους πρέπει να φύγει.
Κανείς δεν μου αφήνει ενθύμια. Στις βαλίτσες τους έχουν μόνο τα απαραίτητα.
– Γιατί δεν έρχεσαι μαζί μου?
– Δεν μπορώ να τον αφήσω.
– Και θα μείνεις μόνη?
– Εκείνος, δεν θα μ’αφήσει ποτέ.
– Έλα μαζί μου. Ρίσκαρέ το. Δεν είναι ζωή εδώ.
– Ίσως με το επόμενο πλοίο…
– Τα ταξίδια ενώνουν τους ανθρώπους, όχι οι προορισμοί.
– Καλό ταξίδι. Να με θυμάσαι… αλλιώς δεν υπάρχω…

Αρχίσαμε…..

•23 Σεπτεμβρίου, 2007 • 1 σχόλιο

Η sugartown αναπτύσσεται!!!

Μεγάλη Κουβέντα…

•7 Σεπτεμβρίου, 2007 • 13 Σχόλια

«Όσο λιγότερα σου δίνει κάποιος, με τόσο λιγότερα μαθαίνεις να είσαι ικανοποιημένος».

Στρεβλή ματιά στον καθρέφτη

•1 Σεπτεμβρίου, 2007 • 7 Σχόλια

Μου πηγαίνουν τα καπέλα με βέλο…

Σκέφτομαι όμως πώς κοίταξα εγώ η ίδια
έναν ηλικιωμένο κύριο
που πίστεψε ότι του πηγαίνει η στολή ναυάρχου
κ αποφάσισε να κάνει την υπέρβαση
και να περπατήσει φορώντας την
κατά μήκος της Αθηνάς, ένα πρωινό του Μαίου…

Φοράω λοιπόν το καπελίνο μου
και κατεβαίνω για μια βόλτα στο κέντρο.

– Μόλις με δει ο συγκεκριμένος κύριος, θα με κοιτάξει σαν να είμαι τρελή…

– Μόλις με δει ο συγκεκριμένος κύριος, θα μου ζητήσει να τον τιμήσω με τον πρώτο χορό…

Προτιμώ το δεύτερο.

. . . . . . . . . . . . . . . . .

Τα φαινόμενα απατούν τελικά…?

παιδιάστικες απορίες

•30 Αυγούστου, 2007 • 6 Σχόλια

Συνεχίζω με τ’αυτονόητα του προηγούμενου ποστ και λέω: Για να δημιουργήσεις και να προοδεύσεις, χρειάζεσαι κατ’αρχήν ένα υποτυπώδες σχέδιο, μια ιδέα, ένα στόχο. Επίσης χρειάζεσαι τις ικανότητες για να το πραγματοποιήσεις. Μα πάνω απ’όλα χρειάζεσαι όρεξη για δουλειά, πίστη σ’αυτό που πρεσβεύεις, θετική ενέργεια!

Και θυμάμαι πριν λίγο καιρό, έναν υπουργό να φωνάζει μέσα στη βουλή, μπροστά σε όλη τη χώρα και κατ’επέκταση μπροστά σε όλο τον πλανήτη: «Αγγαρεία κάνω! Ποινή εκτείω! Η επιστολή παραίτησής μου είναι στη διάθεση του πρωθυπουργού ανά πάσα στιγμή»!

Και αναρωτιέμαι: Αν είσαι αρχηγός μιας κυβέρνησης και ένας από τους υφισταμένους σου λέει ξεκάθαρα ότι καμία όρεξη δεν έχει να ασχοληθεί με τα του υπουργείου του, γιατί δεν τον παύεις? (Για να μην πω γιατί δεν τον διαγράφεις από το πολιτικό σκηνικό). Ποια λογική σου υπαγορεύει ότι αυτός ο άνθρωπος θα δουλέψει για να δημιουργήσει ένα αξιόμαχο πυροσβεστικό σώμα? ότι θα εργαστεί για να πατάξει την εγκληματικότητα? ότι θα κάνει έστω και μία πράξη για να διατηρήσει τη «δημόσια τάξη» (ό,τι κ αν σημαίνει αυτό)? Τι φοβάσαι? ότι σου κρατάει ένα αρχίδι κ αν φύγει θα το πάρει μαζί του?

Η λογική λέει ότι αν βάλεις έναν ζωγράφο να ζωγραφίσει με το ζόρι, θα μουντζουρώσει. Αν βάλεις έναν μαθητή να μελετήσει με το ζόρι, θα παπαγαλίσει. Αν βάλεις έναν αρχιδόμαγκα να κάνει έργο με το ζόρι, θα χαθούν 63 άνθρωποι, 2 εκατομύρια στρέμματα γης και το μέλλον χιλιάδων ανθρώπων.

Δεν τα λέω εγώ αυτά. Η λογική τα λέει. Και τώρα πια, η ιστορία. Αλλά την ιστορία σ’αυτή τη χώρα, την παίρνει πάντα (από πίσω) ο στρατηγός άνεμος…

Άμαχος πληθυσμός

•30 Αυγούστου, 2007 • 3 Σχόλια

Μεγάλωσα θεωρώντας κάποια πράγματα αυτονόητα.
Μεγάλωσα θεωρώντας ότι οι άνθρωποι έχουν καλή πρόθεση γιατί απλά, δεν έβρισκα το λόγο να μην έχουν.
Ο ήλιος κάνει μια συνηθισμένη πορεία κάθε μέρα, τα φύλλα των δέντρων πρασινίζουν την άνοιξη, ο ουρανός είναι γαλάζιος και το χώμα καφέ.
Έτσι μεγάλωσα κ μέσα μου αυτή η πεποίθηση είναι ακόμα δυνατή.

Η λογική μου λέει πως το «αυτονόητο» ως έννοια, μπορεί να υπάρξει μόνο σε περίοδο ειρήνης.

Συχνά ανοίγω τα μάτια και διαπιστώνω πως οι άνθρωποι δεν έχουν πάντα καλή πρόθεση.
Πως είμαι υποχρεωμένη να φυλάγομαι γιατί ποτέ δεν ξέρεις ποιος και τι μπορεί να πληγώσει την αξιοπρέπειά σου.
Συχνά διαπιστώνω πως ό,τι θεωρώ αυτονόητο, δεν είναι. Και δεν μπορώ να καταλάβω γιατί. Αλήθεια δεν μπορώ.

Η λογική μου λέει πως όταν το «αυτονόητο» ως έννοια δεν υπάρχει, αυτό σημαίνει πόλεμος.

Μπορώ να κλείσω τα μάτια και να μη βλέπω.
Μπορώ να κλείσω τα αυτιά μου και να μην ακούω.
Μπορώ να κλείσω τις πόρτες και να μην σκέφτομαι.
Μπορώ να γίνω «φυτό» και να ζω μέσα στον μικρό, γυάλινο κόσμο μου.

Τώρα τελευταία όμως, πολλά φυτά κάηκαν μαζί με τις ζωές που συντηρούσαν.
Δεν ξέρω τι να κάνω πια…
Δεν έχω εκπαιδευτεί για πόλεμο και μάλλον κινδυνεύω…

Αγαπητοί, μελαμψοί bloggers

•8 Αυγούστου, 2007 • 1 σχόλιο

Καλές διακοπές!!!

Ταξιδιωτικοί Προορισμοί

•5 Ιουλίου, 2007 • 4 Σχόλια

Ευχαριστώ τον αγαπητό otto για την πρόσκληση να παραθέσω τους αγαπημένους μου ταξιδιωτικούς προορισμούς.

1) Το σπίτι στην Εύβοια, που είναι και ο λόγος που έχω χαθεί τώρα το καλοκαίρι από το μπλογκοχωριό. Όχι πολύ μακριά απ’την Αθήνα, είναι σ’ένα μέρος ήσυχο με ωραίες, μικρές παραλίες και χαλαρή ατμόσφαιρα. Όλη μέρα στην παραλία, μετά για φρέσκο ψάρι, το βράδυ ποτό και κουβέντα… όπως λέει κ ένας φίλος «ωραία ζωή»!

2) Πειραιάς! Δεν είναι ταξίδι το να πας στον Πειραιά, αλλά είναι ένας από τους αγαπημένους μου προορισμούς! Μ’αρέσει γιατί είναι λιμάνι, γιατί έχει πάντα κίνηση, γιατί έχει απίστευτα διαφορετικές γωνιές, γειτονιές και περιοχές… Πολύ συχνά κάνω μια αυτοκινητάδα προς τα κει. Από το ποτάμι, μπαίνω στη Λαμπράκη, κατηφορίζω ως το πασαλιμάνι, απο’κει ως την Καστέλα, χτυπάω και μία Πειραική για να σταμπάρω το σπίτι που θ’αγοράσω όταν γίνω πλούσια και μετά όπου με βγάλει ο δρόμος… Ταμπούρια, Δραπετσώνα, Προφ. Ηλία, Μικρολίμανο κτλ κτλ κτλ… Όταν είμαι στον Πειραιά έχω την αίσθηση ότι κάτι ψάχνω, κάτι γίνεται έστω και ερήμην μου, κάτι θα μάθω. Δεν έχει σημασία που επιστρέφω άπρακτη, η αίσθηση αυτή επαναλαμβάνεται πάντα και είναι ωραία!

3) Βιέννη… Δεν έχω πάει αλλά είναι ένα από τα μέρη στα οποία θα ήθελα να ζήσω για λίγο… για 6 μήνες τουλάχιστον, δεν θα πήγαινα ποτέ για 10ήμερη εκδρομή! Την φαντάζομαι παγωμένη, ρομαντική, μυστηριώδη, λαμπερή, λάγνα… Αν δεν είναι έτσι, μη μου το πείτε…

4) Σκωτία-Χάιλαντς και Κορνουάλη! Επηρεασμένη από την Κάντυ Κάντυ και ένα δύο βιβλία της Ρόζαμουντ Πίλτσερ, θέλω να πάω και να περάσω μια χρονιά εκεί! Να κρυφοκοιτάξω τον Άντονυ όταν κάνει ιππασία, να πάρω το τσάι μου με μια ηλικιωμένη κυρία στον κήπο με τις τριανταφυλλιές, να μελαγχολήσω σ’ένα βράχο κοιτάζοντας τη θάλασσα, να αγοράσω γαλλικό τυρί από ένα μπακάλη με χοντρή, κόκκινη μύτη και άλλα τέτοια σαχλά…

5) Κρήτη-Μάταλα. Πέρασα εκεί τρία μετεφηβικά καλοκαίρια… Τα γέλια στο μπαλκόνι, το κλάμα της Κ. για το Γ., τους γκόμενους της Λ. που μετά απ’αυτήν την έπεφταν στον γκέι ξάδερφό της, το Σ. που έκλεψε την αρραβωνιασμένη με άλλον Μ. κ από τότε είναι μαζί, τα τεκιλάκια και τα βοτκάκια στο rock bar, το βρισίδι που έφαγα απ’το Σ. κ ακόμα δεν ξέρω γιατί, τη γκόμενα του Inco που ούρλιαζε μέσα στη νύχτα όταν τον έπιασε να γυρίζει μαζί μας, εκείνο τον νεαρό Γάλλο που έμοιαζε στον Τζόνι Ντεπ, τα λεφτά που δώσαμε για ν’αγοράσουμε σκέτη ρίγανη, τις βλεφαρίδες του Κ. που ήταν μακρύτερες απ’το πουλί του, τον Ελβετό που νόμιζε ότι χόρευε ωραίο τσιφτετέλι, τα είχε με την Ε. η οποία δεν ήξερε αγγλικά και μας έβαζε να τη ρωτήσουμε αν είχε οργασμό το προηγούμενο βράδυ, η γυναίκα του Μαρινέρου που χούφτωνε τον πιτσιρικά ενώ κάναμε τείχος για να κρύβεται απ’τον άντρα της, τον Στέλιο2 που έβγαλε μαχαίρι γιατί δεν ήθελα να πιω το κερασμένο ουίσκυ, τα πάρτυ στον κομό με τους ισραηλινούς χαρλεάδες, τα ωτοστόπ, τα μεροκάματα στην Ζαφείρια όταν μας τέλειωναν τα λεφτά….. θα μπορούσα να γράφω για ώρες… ήταν όμορφα καλοκαίρια!

Αγαπητή severin σειρά σου να γράψεις για τους αγαπημένους σου προορισμούς, που δεν θα’ναι κ λίγοι με τόσα ταξίδια που κάνεις…

Fairy Tale

•5 Ιουνίου, 2007 • 11 Σχόλια

Είμαι ο αθέατος ηδονοβλεψίας, κρυμμένος πίσω από τα χρόνια που πέρασαν. Προσπαθώ να βρω τα ίχνη από τα βήματά σου και να επαναλάβω το ταξίδι σου, πατώντας πάνω τους. Είναι πολλά τα χρόνια, πολλοί οι άνθρωποι…
Κρατώ γερά την άκρη του σχοινιού που κάποτε μου έριξες, μα ξέχασες να μαζέψεις.
Γιατί ξέχασες να το μαζέψεις?

Θέλω να σου θυμώσω μα είσαι πάντα τόσο δυνατός.
Θέλω να σε προδώσω μα δεν μου έδωσες το δικαίωμα.

Ζεις μόνος, έξω από μένα.
Κι αυτό είναι τόσο επίπονο, όσο και ανακουφιστικό…
Είσαι ο ήρωας του παραμυθιού που μαζί δημιουργήσαμε, με μόνο σκοπό να ξεγελάσουμε την ιστορία. Με μόνο αποτέλεσμα να ξεγελάσουμε την αλήθεια..
Αλλά εγώ πήρα το ρόλο του αφηγητή κι έτσι δεν μπορώ να σου μιλήσω.

Θέλω να σε ξεχάσω μα είσαι πάντα παρών.
Θέλω να σε θυμάμαι μα δεν έχω ελπίδα.

Απόψε σε είδα άλλη μια φορά.
Κρύφτηκα πίσω από ακατανόητα εμπόδια και σε κοίταζα. Δεν έχεις αλλάξει…
Έχεις πάντα, όλα εκείνα τα χρώματα κρυμμένα στη ματιά σου.
Έμεινα εκεί, ν’αυτοκτονώ και όχι να σε σκοτώνω.

Λόγια… λόγια γλυκά και παθιασμένα και άρρωστα και σκοτεινά…
Θέλω να βρω το γιατί μα δεν υπάρχει λόγος.
Είμαι η νεράιδα των αποξηραμένων λέξεων.

Για την κυρία στο διπλανό blog_2

•1 Ιουνίου, 2007 • Σχολιάστε

Τι κόσμος είναι αυτός, στον οποίο όταν κάνεις το αυτονόητο θεωρείται ηρωισμός?

Για την Αμαλία

«Ο ασθενής έχει το δικαίωμα του σεβασμού του προσώπου του και της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς του»(σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47 του Ν. 2071/ 1992)
«Να γίνουν εξαίρεση οι αλμπάνηδες ρε παιδιά, όχι ο κανόνας…»
(Αμαλία Καλυβίνου, 1977-2007)

Από την ηλικία των οκτώ ετών, η Αμαλία ξεκίνησε να πονάει. Παρά τις συνεχείς επισκέψεις της σε γιατρούς και νοσοκομεία, κανένας δεν κατάφερε να διαγνώσει εγκαίρως το καλοήθες νευρίνωμα στο πόδι της. Δεκαεπτά χρόνια αργότερα, η Αμαλία έμαθε ότι το νευρίνωμα είχε πια μεταλλαχθεί σε κακόηθες ινοσάρκωμα.
Για τα επόμενα πέντε χρόνια η Αμαλία είχε να παλέψει όχι μόνο με τον καρκίνο και τον ακρωτηριασμό, αλλά και με την παθογένεια ενός Εθνικού Συστήματος Υγείας που επιλέγει να κλείνει τα μάτια στα φακελάκια και επιμένει να κωλυσιεργεί με παράλογες γραφειοκρατικές διαδικασίες. Πέρα από τις ακτινοβολίες και τη χημειοθεραπεία, η Αμαλία είχε να αντιμετωπίσει την οικονομική εκμετάλλευση από γιατρούς που στάθηκαν απέναντί της και όχι δίπλα της. Πέρα από τον πόνο, είχε να υπομείνει την απληστία των ιδιωτικών κλινικών και την ταλαιπωρία στις ουρές των ασφαλιστικών ταμείων για μία σφραγίδα.

Η Αμαλία άφησε την τελευταία της πνοή την Παρασκευή 25 Μαΐου 2007. Ήταν μόλις 30 ετών.
Πριν φύγει, πρόλαβε να καταγράψει την εμπειρία της και να τη μοιραστεί μαζί μας μέσα από το διαδικτυακό της ημερολόγιο. Στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://fakellaki.blogspot.com, η νεαρή φιλόλογος κατήγγειλε επώνυμα τους γιατρούς που αναγκάστηκε να δωροδοκήσει, επαινώντας παράλληλα εκείνους που επέλεξαν να τιμήσουν τον όρκο που έδωσαν στον Ιπποκράτη. Η μαρτυρία της συγκίνησε χιλιάδες ανθρώπους, που της στάθηκαν συμπαραστάτες στον άνισο αγώνα της μέχρι το τέλος.

«Ο στόχος της Αμαλίας ήταν να πει την ιστορία της, ώστε μέσα απ’ αυτήν να αφυπνίσει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους και συνειδήσεις. Κυρίως ήθελε να δείξει ότι υπάρχουν τρόποι αντίστασης στην αυθαιρεσία και την εξουσία των ασυνείδητων και ανάλγητων γιατρών, αλλά και των γραφειοκρατών υπαλλήλων του συστήματος υγείας.»
(Δικαία Τσαβαρή και Γεωργία Καλυβίνου – μητέρα και αδελφή της Αμαλίας)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 77 του Ν. 2071/1992, θεωρείται πειθαρχικό παράπτωμα για τους γιατρούς του Ε.Σ.Υ:
«Η δωροληψία και ιδίως η λήψη αμοιβής και η αποδοχή οποιασδήποτε άλλης περιουσιακής παροχής, για την προσφορά οποιασδήποτε ιατρικής υπηρεσίας»

Η Αμαλία Καλυβίνου αγωνίστηκε για πράγματα που θεωρούνται αυτονόητα σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Δυστυχώς δεν είναι και τόσο αυτονόητα στην Ελλάδα. Συνεχίζοντας την προσπάθεια που ξεκίνησε η Αμαλία, διαμαρτυρόμαστε δημόσια και απαιτούμε:

* ΝΑ ΠΑΡΘΟΥΝ ΑΜΕΣΑ ΜΕΤΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΩΣΤΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΝ ΤΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΕΠΙΦΕΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ

* ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΠΙΟ ΕΥΕΛΙΚΤΟΣ Ο ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΗ ΘΡΗΝΗΣΟΥΜΕ ΞΑΝΑ ΘΥΜΑΤΑ ΕΞΑΙΤΙΑΣ ΧΡΟΝΟΒΟΡΩΝ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ

* ΝΑ ΕΠΙΒΛΗΘΕΙ ΑΥΣΤΗΡΟΤΕΡΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΣΤΗ ΔΙΑΠΛΟΚΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥ

* ΝΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΟΙ ΑΝΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΤΕΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΣΥΝΕΧΗΣ ΚΑΙ ΑΡΤΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΓΙΑΤΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΝΟΣΗΛΕΥΤΕΣ ΤΟΥ Ε.Σ.Υ.

* ΝΑ ΚΑΘΙΕΡΩΘΕΙ Η ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΚΕΛΟΥ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΣ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΕΠΙΣΠΕΥΔΕΤΑΙ Η ΣΩΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΑΣ ΠΑΨΕΙ ΠΛΕΟΝ Η ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΩΝ, ΠΟΥ ΠΡΟΤΙΜΟΥΝ ΝΑ ΛΑΔΩΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑ ΝΑ ΑΜΕΙΒΟΝΤΑΙ ΑΞΙΟΠΡΕΠΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ.

* ΟΧΙ ΑΛΛΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ

* ΟΧΙ ΑΛΛΗ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ

* ΟΧΙ ΑΛΛΟΣ ΕΜΠΑΙΓΜΟΣ

ΔΙΚΑΙΟΥΜΑΣΤΕ ΔΩΡΕΑΝ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ. ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ.

Την επόμενη φορά που θα χρειαστεί να δώσετε φακελάκι, μην το κάνετε. Προτιμήστε καλύτερα να κάνετε μια δωρεά. Η τελευταία επιθυμία της Αμαλίας ήταν η ενίσχυση της υπό ανέγερση Ογκολογικής Μονάδας Παίδων.
(Σύλλογος Ελπίδα, τηλ: 210-7757153, e-mail: infο@elpida.org, λογαριασμός Εθνικής Τράπεζας: 080/480898-36, λογαριασμός Alphabank: 152-002-002-000-515. Θυμηθείτε να αναφέρετε ότι η δωρεά σας είναι “για την Αμαλία”).

ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΦΙΛΩΝ ΤΗΣ ΑΜΑΛΙΑΣ

Ερωτηματολόγιο

•24 Μαΐου, 2007 • 4 Σχόλια

Ο αγαπητός Jangel μου’δωσε την πάσα. Με τη σειρά μου θα αγγαρέψω τον Uniquefish που έχει και καιρό να ποστάρει!

1 ) Η απόλυτη ευτυχία για σας είναι:
Όταν το αποτέλεσμα της δημιουργικότητάς μου, είναι αντάξιο της πρόθεσης που με παρακίνησε.

2 ) Τι σας κάνει να σηκώνεστε το πρωί?
Δουλειά ή κάποια υποχρέωση. Σιχαίνομαι το πρωινό ξύπνημα.

3 ) Η μεγαλύτερη μαλακία που έχετε πει σε κάποιον και την έχει πιστέψει?
Είμαι μια γυναίκα που ξέρει τι θέλει. (Δεν υπάρχει το είδος)

4 ) Το βασικό γνώρισμα του χαρακτήρα σας είναι:
Η δισθυμία.

5 ) Το βασικό ελάττωμά σας:
Αυτοκαταστροφική…

6 ) Σε ποια λάθη δείχνετε τη μεγαλύτερη επιείκεια?
Σ’αυτά που δεν επαναλαμβάνονται μέχρι αηδίας.

7 ) Ποια είναι η πρωτεύουσα του Λίχτενστάιν?
Δεν ξέρω/Δεν απαντώ.

8 ) Ποιοι είναι οι ήρωές σας σήμερα?
Αυτοί που μπορούν να μετατρέπουν την αλητεία σε ποίηση.

9 ) Το αγαπημένο σας ταξίδι?
Πράγα-Βιέννη αλλά και κάθε ταξίδι μέσα στους ανθρώπους.

10 ) Οι αγαπημένοι σας συγγραφείς?
Δεν έχω αγαπημένο συγγραφέα. Έχω αγαπημένα βιβλία. Αν πρέπει να πω όμως κάποιον, θα είναι ο Ντοστογιέφσκι.

11 ) Αγαπημένη ταινία?
Πολλές… μου έρχονται πρώτες στο μυαλό το «Reservoir Dogs» του Quentin Tarantino, «ο θρύλος του 1900» του Giuseppe Tornatore (θεός ο Tim Roth) και όλες του Λαρς Φον Τρίερ.

12 ) Αγαπημένη trash-ιά?
Τι ακριβώς ορίζεται ως τρασιά???

13 ) Χειρότερο τραγούδι όλων των εποχών:
Δεν θυμάμαι τον τίτλο αλλά μ’αυτό ο Αλ Μπάνο προσπάθησε να κάνει comeback πριν μερικά χρόνια στο San Remo.

14 ) Τι νοσταλγείτε πιο πολύ απ’όλα?
Το σκύλο μου.

15 ) Κανένα σοκαριστικό μυστικό έχετε?
Μπορεί κ να’χω…

16 ) Μόνο αυτό?
Μόνο αυτό έχω να πω.

17 ) Πού αναφέρεται ο Βαν Γκογκ ως Βαν Γκρόοτ?
Εκεί!

18 ) Το αγαπημένο σας χρώμα?
Χμμ.. το ομορφότερο είναι το μπλε ρουά αλλά το αγαπημένο μου είναι το μωβ.

19 ) Αγαπημένος τρόπος αυτοκτονίας?
Το κάπνισμα.

20 ) Το αγαπημένο σας ποτό?
Συνήθως δεν πίνω αλκοόλ αλλά μ’αρέσουν τα γλυκά ποτά και η τεκίλα.

21 ) Καλύτερο γεγονός του 2007 so far?
Μ’άφησαν να κάνω τα κοστούμια μιας παράστασης, όπως ακριβώς τα φανταζόμουν.

22 ) Τι απεχθάνεστε περισσότερο απ’όλα?
Τους ανθρώπους που το δήθεν τους είναι αποτέλεσμα άγνοιας της αλήθειας τους.

23 ) Όταν δεν γράφετε, ποια είναι η αγαπημένη σας ασχολία?
Να διαβάζω και να κάνω ατελείωτες μπουρδολογικές, μεταμεσονύκτιες συζητήσεις.

24 ) Ο μεγαλύτερος φόβος σας?
Τα μη αξιοπρεπή γηρατειά.

25 ) Μεγαλύτερο ψέμα?
Το είπα και πριν. «Ξέρω τι θέλω».

26 ) Ποιο είναι το μότο σας?
Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε.

27 ) Πώς θα επιθυμούσατε να ζήσετε?
Χωρίς φόβο, με πάθος.

28 ) Έαν συνέβαινε να συναντήσετε το θεό, τι θα θέλατε να σας πει?
Μήπως ξέρεις κανένα καλό ψυχοθεραπευτή?

29 ) Σε ποια πνευματική κατάσταση βρίσκεστε αυτόν τον καιρό?
Αναμένω με διάυγεια το καλύτερο.

30 ) Με ποια ιστορική προσωπικότητα ταυτίζεστε περισσότερο?
Συνήθως ταυτίζομαι με λογοτεχνικούς ήρωες, οπότε…

31 ) Ποια αρετή προτιμάτε σ’έναν άντρα?
Το μυστήριο που όμως έχει περιεχόμενο.

32 ) …και σε μια γυναίκα?
Την ειλικρίνεια ως προς τα «γιατί» της.

33 ) Ο αγαπημένος σας συνθέτης?
Δεν έχω αγαπημένο συνθέτη. Έχω αγαπημένα μουσικά κομμάτια..

34 ) Πώς θα επιθυμούσατε να πεθάνετε?
Αξιοπρεπώς μάλλον… και γαλήνια…

The Great Misconceptions Of Me…

•19 Μαΐου, 2007 • 9 Σχόλια

Βρέχει…
«Θα με θυμάσαι ή θα γεράσω μέσα σου?
Θα σε θυμάμαι ή θ’ αρρωστήσεις μέσα μου»?
Βρέχει…
«Τράβα, τράβα το δρόμο σου. Τράβα μαλακία»…
Βρέχει…
«Δεν υπάρχει τίποτα. Δεν υπήρχε τίποτα»?
Βρέχει…
«Κι όταν το σκοτάδι ωριμάσει
κυκλοφορείς άμορφη γράφοντας τη φυγή σου.
Κι όταν η νύχτα κυλά
ετοιμοθάνατη κλείνεις τα μάτια και κοιμάσαι».
Βρέχει…
Και τα μαλλιά μου είναι ακόμα μαύρα. Ακόμα στεγνά.
Ακόμα βρέχει…
Ας βρω μια καινούρια ομπρέλα…

Για σένα που δεν είσαι…

•7 Μαΐου, 2007 • 12 Σχόλια

Δεν υπάρχεις. Είναι πού πιθανό να μην υπάρξεις ποτέ. Είναι σίγουρο πως δεν θα υπάρξεις ποτέ. Η ομορφιά σου θα παραμείνει ατόφια και τέλεια σ’ένα κόσμο ενδεχόμενο, αλλά όχι αληθινό.
Εγώ κι εκείνος σε μια ένωση απόλυτη και οριστική. Μη αναστρέψιμη.

Εκείνος ήταν και είναι ένα μυστήριο μυστικό. Αυτή είναι η γοητεία του. Να παραμένει ένα μυστικό που δεν θα μαθευτεί ποτέ από μένα. Αυτή τη γοητεία σ’έχω τάξει να κληρονομήσεις, αυτή είναι και η μόνη μου (αυτοεκπληρουμενη) προσδοκία από σένα. Από όλες τις άλλες σε απαλλάσσω, μέσω της μόνης ανιδιοτελούς ίσως, πράξης που μπορώ να σου αφιερώσω.

Σε σκέφτομαι κάποιες φορές… Έχω ακούσει το κλάμα σου, έχω χαμογελάσει με την αδεξιότητά σου, έχω μυρίσει το άρωμά σου… Σ’έχω φανταστεί να φοράς πορτοκαλί καπέλο. Σου πηγαίνει πολύ. Έχω συγκινηθεί με το πρώτο σου βήμα και σου’χω πει δύο παραμύθια. Το σίγουρο είναι πως για σένα, θα ήμουν περήφανη.

Κάποτε, ένας άνδρας που ήθελε πολύ να γίνει πατέρας σου, μου είπε πως μια γυναίκα που αρνείται να γεννήσει, αποστατεί από τη φύση της. Μπορεί και να είναι αλήθεια αυτό. Ούτε εκείνος, ούτε εγώ θα μάθουμε ποτέ. Ούτε εσύ. Αλλά εσύ θα ήσουν αγόρι και θα σε μάθαινα να μη λες τέτοιες ευκολίες στα κορίτσια.
Ίσως και να σου εξηγούσα πως μια γυναίκα που αρνείται να γεννήσει, έχει σταματήσει να τρέφει την ελπίδα πως θα γινόταν καλή γονέας. Έχει παραιτηθεί από την ιδέα να προσπαθήσει γιατί δεν αισθάνεται άνετα με την πιθανή μετριότητα αυτής της πραγματικότητας.
Θα σου εξηγούσα πως μια γυναίκα που αρνείται να γεννήσει, μάλλον αντιστέκεται στην αιμομεικτική διάθεση που της δημιουργεί η μοναξιά. Γιατί πάντα φαντασιώνεται τον υιό της ως τον ιδανικό άντρα. Και γνωρίζει εκ των προτέρων πως δεν θα γίνει ποτέ ερωμένη του.
Θα σου εξηγούσα πως μια γυναίκα που αρνείται να γεννήσει, έχει βρει έναν άλλο τρόπο να αφήνει ίχνη πίσω της. Και δεν χρειάζεται να απολογείται που θα αρκεστεί σ’αυτά.

Χαιδεύω, αγκαλιάζω, τσακώνομαι, θηλάζω, διδάσκω, νοιάζομαι, μαθαίνω, πονάω, μαγειρεύω, συζητώ, γελάω, κλαίω, φροντίζω, απολαμβάνω, αλλάζω…
Παίζω με την προοπτική και τη φαντασίωση.

Φαίνεται παράλογο, αλλά θα σε θυμάμαι πάντα…

Για την Κυρία στο διπλανό blog

•20 Απριλίου, 2007 • 3 Σχόλια

Έκανα αμέριμνη μια βόλτα στα blogs και πατώντας ένα Link ανακάλυψα την Αμαλία.
Η Αμαλία, είναι περίπου στην ηλικία μου.
Η Αμαλία, πάσχει εδώ και χρόνια από καρκίνο.
Η Αμαλία, έχει χάσει το ένα της πόδι από τον καρκίνο.
Η Αμαλία, συχνά δεν μπορεί να αναπνεύσει από τον καρκίνο.
Η Αμαλία, έχει ταλαιπωρηθεί τρομακτικά από το σύστημα ασφάλισης και περίθαλψης.
Η Αμαλία, αποφεύγει τα ανηψάκια της για να μην τους λείψει αν πεθάνει νωρίς.
Η Αμαλία, πονάει.
Αλλά….
Η Αμαλία, όταν χάνει τα μαλλιά της από τις χημειοθεραπείες, κυκλοφορεί χωρίς περούκα, χωρίς μαντήλι, χωρίς καπέλο. Μόνο μερικές φορές κάνει τατουάζ χένας στην καράφλα!

Να σας γνωρίσω λοιπόν την Αμαλία

Αν ξυπνήσεις δεν υπάρχει γυρισμός

•31 Μαρτίου, 2007 • 18 Σχόλια

Ξυπνάς μουδιασμένος έπειτα από βαθύ ύπνο, με σκόρπιες αναμνήσεις από τους εφιάλτες που είδες. Νιώθεις ένα αδιόρατο σφίξιμο στο λαιμό και δεν αναπνέεις εύκολα. Αναδεύεσαι αργά, δειλά και ανοίγεις αβέβαια τα μάτια. Σκοτάδι…
Στέκεσαι στα αδύναμα πόδια σου και ψηλαφίζεις τους τοίχους γύρω σου. Είναι ζεστοί, κρύοι, απαλοί, τραχείς και όταν τα μάτια σου προσαρμοστούν στην έλλειψη φωτός, αντιλαμβάνεσαι έκπληκτος ότι είναι μαύροι.
Δεν θέλεις να ζεις σ’ένα μαύρο δωμάτιο.
Επανάσταση…
Αρχίζεις να τους τρίβεις με τις παλάμες σου, να φύγει η μαυρίλα, αλλά δεν φεύγει. Τους γρατζουνάς με τα νύχια σου κι αυτά ματώνουν αλλά το μαύρο έχει πια όμορφες μελιτζανί γραμμές. Παίρνεις θάρρος και χρώμα και πέφτεις με τα μούτρα στη δουλειά. Βάφεις λευκό και κόκκινο και κίτρινο και λαχανί και εκάιγ και κροκί και λιλά και όσο περνάει ο καιρός και νιώθεις σιγουριά, τόσο πιο εκλεπτυσμένα είναι τα χρώματα που κατασκευάζεις, τόσο πιο όμορφα.
Παράδεισος…
Το δωμάτιο αρχίζει να γεμίζει αναθυμιάσεις κι από μεθυστικές γίνονται αποπνικτικές. Το σφίξιμο στο λαιμό δυναμώνει και σε φοβίζει. Αρχίζεις να χτυπάς τους τοίχους, να σκάβεις, να τρυπάς γιατί θέλεις αέρα και ήλιο για ν’αναπνεύσεις, για να στεγνώσουν τα χρώματα και ν’ακουμπίσεις ελεύθερα στους τοίχους, να κυλιστείς στον παράδεισο που έφτιαξες.
Εισβολή…
Ο καθαρός αέρας σοκάρει τα πνευμόνια σου και τυφλώνεσαι από το φως. Κλείνεις τα μάτια γιατί δεν το αντέχεις και χάνεσαι στο κόκκινο που βλέπεις πίσω από τα βλέφαρά σου. Νιώθεις τη ζέστη να χαιδεύει το δέρμα σου, νιώθεις λεπτομερώς τη λειτουργία του οργανισμού σου, νιώθεις μια προσμονή ανάμεσα στα πόδια σου.
Αναγέννηση…
Ανοίγεις τα μάτια και αντικρύζεις έναν διαφορετικό κόσμο. Κοιτάζεις γύρω αποσβολωμένος γιατί κάθε τι νέο είναι μια μεγάλη, σημαντική αποκάλυψη. Δειλά, κινείσαι, επεξεργάζεσαι, παρατηρείς, γνωρίζεις, αναγνωρίζεις. Κι αποκτάς όλο και μεγαλύτερη σιγουριά στις κινήσεις, στις μετακινήσεις, στις ανακινήσεις, προσέχοντας πάντα να μη διαταράξεις κάτι που δεν ξέρεις τι είναι αλλά ξέρεις ότι υπάρχει.
Ανησυχία…
Καθώς το βλέμμα σου εμβαθύνει και διακρίνει τις λεπτομέρειες, τόσο δυσκολεύει η αναπνοή. Ακούς έναν αδιόρατο ήχο και γυρίζεις το κεφάλι σου. Κάτι που αργότερα θα μείνει σε αργή κίνηση, εντυπωμένο στο μυαλό σου. Βλέπεις την αλυσίδα θαμμένη στο πάτωμα και ακολουθείς απορημένος με το βλέμμα σου την άκρη της ώσπου αυτή χάνεται πίσω από τα δάκρυά σου.
Κλείνεις τα μάτια γιατί δεν χρειάζεται να δεις άλλο. Ξέρεις, πάντα ήξερες, ότι η μια της άκρη είναι θαμμένη στο πάτωμα και η άλλη τυλιγμένη γύρω απ’το λαιμό σου.
Φόβος…
Μπορείς να μείνεις εκεί, να ερωτευτείς τον εαυτό σου, να τον παντρευτείς, να κάνεις παιδιά μαζί του, να γεράσεις και να πεθάνεις.
Μπορείς να σπάσεις τα κόκαλά σου προσπαθώντας να ξεριζώσεις την αλυσίδα από το πάτωμα, ν’ανοίξεις έναν κρατήρα όταν το καταφέρεις, να πέσεις μέσα, να περιπλανηθείς σε σκοτεινά βάθη, να σκαρφαλώσεις ασθμαίνοντας πάλι έξω, να θεραπευτείς από τα τραύματά σου, να ερωτευτείς τον εαυτό σου, να τον παντρευτείς, να κάνεις παιδιά μαζί του, να γεράσεις και να πεθάνεις.

Εξοδίασις Τεστοστερόνης

•30 Μαρτίου, 2007 • 2 Σχόλια

Με αφορμή τα χθεσινά επεισόδια στη Παιανία μεταξύ πράσινων και κόκκινων οπαδών, θυμήθηκα εικόνες της εφηβείας μου.
Θυμήθηκα τον Πέτρο να ουρλιάζει κατακόκκινος «όταν πάμε πάνω θα το γαμήσουμε το μουνί τον Τουρσουνίδη που τόλμησε να δείξει κωλοδάχτυλο»!!!
Θυμήθηκα τον Μανώλη που μια ολόκληρη νύχτα στη σχολική κατάληψη προσπαθούσε να με χουφτώσει αλλά εγώ δεν του καθόμουν γιατί ήταν κοντός. Περιμέναμε ξάγρυπνοι να ξημερώσει και να φύγουν «οι άντρες» με την οργανωμένη αποστολή του Ολυμπιακού για έναν αγώνα.
Θυμήθηκα το Γιώργο που κάθε φορά που έχανε ο Παναθηναικός ήθελε να ξεσκίσει το κωλαράκι του διαιτητή μπροστά στα μάτια της κόρης του.
Θυμήθηκα τον »αιώνιο εραστή της πανάθας» Νίκο, που ενώ κάθε Σάββατο του στήναμε κατάσταση με την αιώνια καψούρα Λέττα, καθόταν αμίλητος δίπλα της με τα μάτια καρφωμένα στο άπειρο και κάθε βραδιά τέλειωνε με μένα να παρηγορώ αυτήν και τ’αγόρια να κράζουν αυτόν.
Θυμήθηκα τον Παντελή που όλη μέρα βάραγε ντάγκλες σε μια καρέκλα αλλά όταν άκουγε τη λέξη «χανουμάκια» το χέρι του πήγαινε ασυναίσθητα στη κωλότσεπη και το μάτι του γυάλιζε.
Θυμήθηκα λοιπόν τις άπειρες φορές που άκουσα για ξύλο, για σπασμένα πλευρά, για μαυρισμένα μάτια αλλά για τεράστια και βαριά αρχίδια.
Τώρα, χρόνια μετά, αντιλαμβάνομαι ένα πράγμα…
Όλα εκείνα τα παιδιά ήταν από διαφορετικές παρέες, οικογένειες, κοινωνικές τάξεις…
Ένα μόνο πράγμα είχαν κοινό.
Κανείς τους δεν πηδούσε συστηματικά (και δωρεάν)!
Ο καθένας για τους δικούς του λόγους, φαντασιωνόταν ότι γαμούσε διαιτητές, ποδοσφαιριστές, αντιπάλους, παράγοντες και το βροντοφώναζε και τα έγραφε όλα στ’αρχίδια του και ήταν άντρας.
Λογικό είναι θα μου πεις, όλα αυτά να χωράνε να γραφτούν εκεί αφού από την αγαμία είχαν ξεπεράσει σε μέγεθος τα (πάνω) κεφάλια τους.
Ο Πέτρος ξέκοψε όταν την έκανε για Άγιο Όρος. Ουδεν σχόλιον…
Ο Μανώλης χούφτωσε τελικά μια γλυκιά κοντούλα και ψήλωσε τριάντα πόντους απ’τον έρωτα.
Ο Γιώργος μπήκε στο πανεπιστήμιο, όπου κανείς δεν ήξερε το ποιόν του και έτσι έκανε σοβαρή σχέση με τη σημερινή γυναίκα του.
Ο Νίκος άργησε να γαμήσει γιατί έπαθε κατάθλιψη, πήρε φάρμακα και ως γνωστόν αυτά μειώνουν τη λίμπιντο αλλά φήμες λένε ότι καψουρεύτηκε μια γαβρίνα (αυτός βάζελος) και δεν ξαναπάτησε στο γήπεδο.
Ο Παντελής ήταν στη φυλακή την τελευταία φορά που άκουσα γι’αυτόν. Ουδέν σχόλιον και πάλι.

Αυτό που με λυπεί περισσότερο, είναι ότι ο πιτσιρικάς που έφυγε, έφυγε μάλλον χωρίς να ερωτευτεί…

συνέχεια προηγούμενου post

•17 Μαρτίου, 2007 • 6 Σχόλια

Ξέχασα να συμπληρώσω ότι το προηγούμενο post γράφτηκε μετά από πρόσκληση του παρείσακτου να γράψω μια ιστορία χρησιμοποιώντας 5 συγκεκριμένες λέξεις.
Παρακαλούνται οι
coffeemaker
axenbax
uniquefish
severin
padrazo
να γράψουν από μία ιστορία που να περιέχει τις εξής λέξεις:
σαρδανάπαλος, βρώμικος, λυγαριά, ρουσφέτι, πείνα.

Πέντε λέξεις σε μια ιστορία

•16 Μαρτίου, 2007 • 5 Σχόλια

O τίτλος του έργου ήταν «Σαρδανάπαλος. Άνθρωπος τρυφηλός και εις τας ηδονάς έκδοτος». Οι πρόβες άρχιζαν στις 5.00 το απόγευμα και εκείνος ήταν εκεί από τις 3.00, να περιφέρεται πάνω στη σκηνή, να δοκιμάζει φωτισμούς, να διαβάζει ξανά και ξανά τις σημειώσεις με τις σκηνοθετικές οδηγίες και να ευχαριστεί το θεό που επιτέλους θα ανέβαζε την πρώτη του επαγγελματική παράσταση.
Τι κι αν δεν είχε διαλέξει αυτός τον πρωταγωνιστή? «Είναι καλός, θα δεις… Και με τη δική σου βοήθεια θα γίνει καλύτερος… Mην το βλέπεις σαν ρουσφέτι, αν δε σου κάνει δεν τον κρατάς. Εσύ κάνεις κουμάντο»!
Εγώ κάνω κουμάντο! Δική μου είναι η παράσταση, ό,τι θέλω κάνω. Είναι νόμος πως οι παραγωγοί δέχονται μόνο δύο όχι. Θα κρατήσω τα δικά μου για κάτι πιο σημαντικό.
Είχε πάει 4.30 και οι ηθοποιοί είχαν αρχίσει να έρχονται για ζέσταμα. Τους κοιτούσε από τη σκοτεινή πλατεία, ν’ανεβαίνουν στη σκηνή, να κάνουν ασκήσεις φωνητικής και να τεντώνουν τα μέλη τους επαναλαμβάνοντας άηχα το κείμενό τους.
Τι κι αν πληρώνονταν με ψίχουλα? Έμοιαζαν ευχαριστημένοι και μόνο που συμμετείχαν σε μια τέτοια παράσταση τελικά… «Άσε με εμένα να κανονίσω τα οικονομικά τους. Οι ηθοποιοί είναι ψώνια και σένα θα σε ξεπαραδιάσουν. Άσε τα κομμουνιστικά που μου λες τόση ώρα. Αυτοί την πείνα τους τη χορταίνουν με τον προβολέα και το χειροκρότημα. Βέβαια αν εσύ θέλεις να τους πληρώσεις καλά… τι να πω εγώ… Εσύ κάνεις κουμάντο»!
Εγώ κάνω κουμάντο! Δική μου είναι η παράσταση, ό,τι θέλω κάνω. Είναι νόμος πως οι παραγωγοί δέχονται μόνο δύο όχι. Θα κρατήσω τα δικά μου για κάτι πιο σημαντικό.
Ο σκηνογράφος ήρθε κουνώντας στον αέρα τα σκίτσα του. «Γεια σου αγάπη μου» του είπε «σκέφτηκα ένα καταπληκτικό πράγμα για το κρεβάτι. Θα κάνω μια σύνθεση από κλαδιά λυγαριάς που έχουν και βουκολικό συμβολισμό και αυτό θα είναι το κεντρικό στοιχείο του σκηνικού. Από πάνω θα ρίξουμε πέπλα, πέταλα λουλουδιών και ένα κατακόκκινο φως που θα το κάνει σουρεαλιστικά μπουρδελέ. Συμφωνείς αγάπη μου? Το θέλω πρόστυχο και βρώμικο! Τρέλα θα γίνει, άκου με που σου λέω! Συμφωνείς? Ο κόσμος θέλει σεξ, σεξ, σεξ! Ξέρω εγώ, είμαι παλιά… Μίλησα και με τον παραγωγούλη μας και ξετρελάθηκε με τις ιδέες μου! Αλλά αν δε σ’αρέσει, τι να κάνω μωρό μου, θα βάλω τον όμορφο κώλο μου κάτω και θα κάνω ό,τι θέλεις εσύ! Εσύ είσαι ο σκηνοθέτης, εσύ κάνεις κουμάντο αγάπη μου!
Εγώ κάνω κουμάντο! Δική μου είναι η παράσταση, ό,τι θέλω κάνω. Είναι νόμος πως οι παραγωγοί δέχονται μόνο δύο όχι. Θα κρατήσω τα δικά μου για κάτι πιο σημαντικό.
Τη μέρα της πρεμιέρας είχε τρομερό άγχος. Τίποτα δεν του άρεσε, τίποτα δεν ήταν έτοιμο, τίποτα δεν ήταν όπως το είχε φανταστεί. Αποτυχία… στην πρώτη του δουλειά απέτυχε οικτρά. Δεν έπρεπε να αφήσει τους άλλους να του λένε τι θα κάνει. Πολλές υποχωρήσεις, πολλά λάθη… Τόσος κόπος χαμένος… τόσα όνειρα χαμένα…
Το χειροκρότημα ήταν παρατεταμένο αλλά έτσι γίνεται στις πρεμιέρες. Όλοι χειροκροτούν, φωνάζουν ενθουσιασμένοι για το αποτέλεσμα και μετά μαζεύονται σε ημιυπόγεια κουτούκια για να θάψουν ό,τι είδαν, άκουσαν, φαντάστηκαν…
«Λοιπόν κύριε σκηνοθέτα? Ευχαριστημένος? Πήγαμε καλά, ε? Θα έχει επιτυχία το έργο, ξέρω εγώ! Θα γίνεις φίρμα και δεν θα μας μιλάς σε λίγο… Τα ‘χω ζήσει αυτά πολλές φορές. Βοηθάς τους νέους, τους συμβουλεύεις, τους χρηματοδοτείς και μόλις πιάσουν την καλή αρχίζουν τα μα και τα πως και τα όχι. Πριμαντόνες γίνονται όλοι τους και ξεχνάνε πως αν δεν ήμουν εγώ, τώρα θα ζητιάνευαν για να γίνουν βοηθοί σε βίντεο κλιπ…Λοιπόν δε μου είπες, ευχαριστημένος»?
ΟΧΙ
«Αααχ, εσείς οι καλλιτέχνες, ποτέ δεν είστε ευχαριστημένοι… Τα έχετε όλα, δουλειά, χρήμα, αναγνώριση και ποτέ δε λέτε δόξα τω θεώ που βρίσκομαι εδώ που είμαι. Πάντα θέλετε κάτι παραπάνω… «
……
«Λοιπόν, εκείνο το πουτανάκι η Παυριανού, μου είπε να πάμε για φαί. Την έχεις γνωρίσει»?
ΟΧΙ
«Καλή καριόλα κι αυτή. Έχει περάσει πολλά κρεβάτια μέχρι να γίνει πρωταγωνίστρα. Τώρα μας το παίζει σοβαρή. Εγώ τη γνώρισα τελευταία που έγινε φίρμα και δε μου κάθεται να της ρίξω έναν η πατσαβούρα. Τέλος πάντων, την ψήνω να παίξει στο επόμενο έργο. Έλα κι εσύ να τη γνωρίσεις μπας και στρώσουμε καμιά καλή δουλίτσα, εντάξει?
Θα έρθεις»?
Χαρά μου…

HAPPY BIRTHDAY TO ME

•12 Μαρτίου, 2007 • 11 Σχόλια

Σήμερα κλείνω τα 33!!! Θέλω ευχές! ΑΠΟ ΟΛΟΥΣ!

UNINVITED

•5 Μαρτίου, 2007 • 15 Σχόλια

Είναι νύχτα (τι πρωτότυπο)… ακούω το uninvited της Alanis Morissette… ανάβω τσιγάρο… σκέφτομαι…
Παίζει σπουδαίο ρόλο το να είναι όμορφος ένας πούτσος. Άσχετα με όλα τ’άλλα, αυτό παίζει σπουδαίο ρόλο. Όσες φορές έχω ψιθυρίσει «είναι όμορφος ο πούτσος σου?», μαζί με κάθε είδους αντίδραση παίρνω δώρο ένα γλυκό, αμήχανο μισοχαμόγελο μέσα σε ένα βιαστικό βλέμμα, που μου ραγίζει την καρδιά. Λιώνω εκείνη τη στιγμή και τους λατρεύω γιαυτό.
Μ’αρέσει να σκύβω και να τον παίρνω στο στόμα μου. Δεν θέλω το ταυτόχρονο στοματικό σεξ, δε μ’αφήνει να συγκεντρωθώ, γιατί το στόμα από το αιδοίο απέχει εκατομμύρια έτη φωτός. Είναι δύο διαφορετικά σύμπαντα και δεν μπορείς να είσαι πραγματικά σε δύο κόσμους την ίδια στιγμή.
Μ’αρέσει να γονατίζω και να τον παίρνω στο στόμα μου.
Υγραίνω την παιδικότητα που ανίχνευσα στα μάτια του, ρουφάω το θυμό που εγώ προκάλεσα, πνίγομαι με την ανάγκη του να με εκμηδενίσει, γλείφω τις πληγές που δεν κατορθώνω να του επουλώσω, γλωττίζω τους φόβους του και καταπίνω όλα όσα νιώθει. Ξέρω αν νιώθει για μένα.
Με κοιτάζει και με αποκαλεί αγάπη του και πουτάνα του.
Αγάπη του, γιατί υγροποιώ και αποστραγγίζω τον εγκέφαλό του.
Πουτάνα του, γιατί μπορώ να το κάνω.
Πουτάνα του, γιατί υγροποιώ και αποστραγγίζω τον εγκέφαλό του.
Αγάπη του, γιατί μου επιτρέπει να το κάνω.
Και μωρό του, γιατί βυζαίνω τη ζωή που μου προσφέρει και μεγαλώνω στο μυαλό του χωρίς να γεννάω.
Τον έχω στο στόμα μου και μόνο τότε τον έχω αληθινά. Ύστερα απομακρύνεται αυτάρεσκα φιλώντας με στα χείλη.
Είμαι όλα όσα μου υπαγόρευσαν να είμαι.
Είμαι όλα όσα μου απαγόρευσαν να είμαι.
Ακούω το wild is the wind… ανάβω τσιγάρο… διαβάζω τις λέξεις… είναι τόσα που δεν έγραψα…
Νιώθω γλυκιά…

ΑΓΑΠΗ

•3 Μαρτίου, 2007 • 2 Σχόλια

Αυτή η λέξη είναι το μεγαλύτερο βάσανο της ανθρωπότητας! Πόσοι θάνατοι, πόσες τραγωδίες, πόσες εξουσίες, προσδοκίες, πόσα όνειρα, πόσα δάκρυα κρύβονται μέσα σ’αυτά τα πέντε γράμματα…
Θυμάμαι πριν κάποια χρόνια, στο φουαγιέ ενός θεάτρου, δύο μάνες. Η μία πίστευε πως η ηρωίνη έφταιγε που έφυγε ο γιος της. Η άλλη πίστευε πως είχε θυσιάσει χρόνια δημιουργικής καριέρας για να μεγαλώσει μόνη τον αδιάφορο πια γιαυτήν γιο της. Άρχισαν να μιλούν. Για συναίσθημα. Για προσφορά. Για αγάπη…
– Εγώ, όταν ο γιος μου γύριζε σπίτι σε άσχημο χάλι και ορκιζόταν ότι θα κάνει αποτοξίνωση, έκοβα τα χέρια μου, τις φλέβες μου μπροστά του κι έλεγα «κουράγιο παιδί μου, να τα καταφέρεις αλλιώς θα πεθάνω μαζί σου» κι έτρεχε το αίμα και στο παρά πέντε με προλάβαιναν κάθε φορά.
– Εγώ, όταν το παιδί μου είχε χτυπήσει σε τροχαίο κι έμεινε τρεις μήνες στο νοσοκομείο, δεν έφυγα στιγμή από δίπλα του κι όταν πονούσε ήθελα να πονάω κι εγώ μαζί του και μάγκωνα το χέρι μου στα σίδερα του κρεβατιού και τα έσφιγγα μέχρι που δεν άντεχα άλλο και ούρλιαζα από πόνο και έρχονταν οι νοσοκόμες και με σταματούσαν.
– Εγώ, όταν ο γιος μου αρρώσταινε από τη στέρηση, κλεινόμουν σ’ένα δωμάτιο μαζί του και τον άφηνα να με χτυπάει, να με βρίζει, να με κλωτσάει, να με παρακαλάει μέχρι να ηρεμήσει. Έμενα εκεί χωρίς φαί και νερό να τον φροντίσω όσο χρειαζόταν. Μια φορά είχα χάσει δεκαεφτά κιλά.
– Εγώ, όταν έφυγε ο άντρας μου και ο γιος μου έπαθε κατάθλιψη, από την αγωνία μήπως κάνει κακό στον εαυτό του, δεν κοιμόμουν τις νύχτες επί ένα μήνα. Στεκόμουν έξω από την πόρτα του και στον παραμικρό θόρυβο κοίταζα να δω αν είναι καλά.
– Εγώ….
– Εγώ….
Στεκόμουν κοντά τους. Τις γνώριζα αυτές τις γυναίκες. Αλλά δεν άντεχα να τις ακούω πια. Θύμωνα με όλη αυτή την επίδειξη αγάπης και αφοσίωσης. Αηδίαζα με την ανάγκη τους πολεμήσουν η μία την άλλη για να βγάλουν τη νικήτρια. Τη μις Μάνα. Τη μις Είμαι Μια Αποτυχημένη Αλλά Ξέρω ν’ Αγαπάω Περισσότερο.
Έφυγα.
Ακόμα και σήμερα δεν μπορώ να ξεχάσω τα μάτια τους. Πληγές ανοιχτές ήταν κι από μέσα έσταζε πίκρα και παράπονο και θυμός. Αγαπούσαν όπως τις είχαν διδάξει ν’αγαπάνε. Τους είχαν πει ότι η πραγματική αγάπη νικάει τα πάντα.
Η αγάπη της μάνας για το παιδί της είναι αρχέτυπη, αδιαμφισβήτητη, απόλυτη, τους είχαν πει.
Και παρ’όλο που την ένιωθαν με όλη εκείνη την ένταση, δεν μπόρεσαν να νικήσουν ούτε τον εαυτό τους.
Και δεν ήξεραν γιατί…

Αν…?

•21 Φεβρουαρίου, 2007 • 6 Σχόλια

Ήμουν 19 χρόνων. Η φίλη μου η Τ. είχε μόλις περάσει στο πανεπιστήμιο και η διαδικασία εγγραφής προέβλεπε κάποιες ιατρικές εξετάσεις σε συγγεκριμένο νοσοκομείο.
Βρεθήκαμε λοιπόν ένα πρωί στο «Ανδρέας Συγγρός», να ψάχνουμε κάποιον γιατρό. Άνθρωποι δεν κυκλοφορούσαν έξω, ταμπέλες δε βλέπαμε, έξω απ’τα νερά μας ήμασταν κ έτσι μπαίναμε όπου βρίσκαμε πόρτα για να ρωτήσουμε.
Διαβήκαμε την πόρτα ενός κτιρίου και ψάχναμε το γραφείο των νοσοκόμων. Επικρατούσε απόλυτη ησυχία, ο διάδρομος ήταν ανήλιαγος και δεν υπήρχε ψυχή. Στεκόμασταν αμήχανες κοιτώντας γύρω όταν μας πλησίασε μια μεσόκοπη κυρία, μάλλον συγγενής ασθενούς.
«Ήρθατε για την κοπέλα»? μας ρώτησε.
«Όχι» απαντήσαμε. «Ψάχνουμε το τάδε…»
Αναρωτήθηκα στιγμιαία ποια ήταν η «κοπέλα» και γιατί βρισκόταν εκεί. Στιγμιαία.
Ένας κύριος βγήκε από ένα θάλαμο. Η μεσόκοπη κυρία τον πληροφόρησε τι ψάχναμε. Εκείνος μας πλησίασε συνωμοτικά και χαμηλόφωνα, σχεδόν με ντροπή για τα λόγια που θα ξεστόμιζε, είπε:
«δεν είναι εδώ αυτό που ψάχνετε. εδώ έχει μόνο ασθενείς με AIDS».
H κοπέλα… να πάω να τη δώ… να της σφίξω το χέρι… στιγμιαία…
Φύγαμε, βρήκαμε αυτό που ψάχναμε, κάναμε τη δουλειά μας κ ύστερα πάλι φύγαμε…
Η κοπέλα… ένα φιλικό άγγιγμα… θα θύμωνε ίσως… στιγμιαία…
Έχουν περάσει άπειρα χρόνια από τότε.
Είχα το θάνατο σε απόσταση μερικών μέτρων. Είχα την ευκαιρία να τον ξορκίσω μ’ένα χάδι στο χέρι και στα μαλλιά ενός κοριτσιού – ομήρου του. Και έφυγα.
Έχουν περάσει άπειρα χρόνια από τότε.
Κι ακόμα μετανοιώνω για τη δειλία μου…

Πέντε Πράγματα Που Δεν Ξέρετε Για Μένα

•15 Φεβρουαρίου, 2007 • 10 Σχόλια

Αφορμή γιαυτό το post είναι η πάσα – blog tag – από τον UniqueFish.

1) Όταν ήμουν μικρή και για πολλά χρόνια ακόμα, φαντασιωνόμουν ότι είμαι υιοθετημένη, κλεμμένη ή ότι βρέθηκα σ’αυτή την οικογένεια από λάθος. Περίμενα λοιπόν πως κάποια στιγμή και μετά από αγωνιώδη αναζήτηση, θα έρθουν οι πραγματικοί γονείς μου να με πάρουν. Τα βράδια πριν κοιμηθώ φανταζόμουν τη σκηνή της πρώτης συνάντησης, τα δράματα που θα ακολουθούσαν, έβρισκα λύση σε τυχόν πρακτικά προβλήματα και ετοίμαζα τον εαυτό μου για τον αποχαιρετισμό από την μέχρι τότε ζωή μου. Ακόμα δεν έχουν έρθει…

2) Ο μεγαλύτερος σε ηλικία εραστής μου ήταν 39 ετών (εγώ 32) και ο μικρότερος 17 (εγώ 29). Ο καλύτερος ήταν 28 (εγώ επίσης 28).

3) Μου πήρε 3-4 μήνες να γράψω την πτυχιακή μου, το έκανα ολομόναχη και αν με ρωτήσει κάποιος τώρα, δεν θυμάμαι παρά ελάχιστα (ελάχιστα όμως) και πολύ (πολύ όμως) γενικά πράγματα.

4) Είμαι 32 και έχουν περάσει 4 χρόνια που δεν έχω ερωτευτεί.

5) Η πιο ερωτική μου φαντασίωση είναι σεξ υπό καραρρακτώδη βροχή, σε μια σκοτεινή παραλία, πάνω στο καπό του αυτοκινήτου, ούσα ερωτευμένη. (είμαι ρομαντική τελικά…)

Αυτά…

Κάνω με τη σειρά μου πάσα στους
melody1
par1saktos
plasticfeathers
coffeemaker
ptwsh

Φίλοι

•6 Φεβρουαρίου, 2007 • 5 Σχόλια

Μετά από καταιγισμό ερεθισμάτων, θέλω να δηλώσω το εξής:
Στα δύσκολα είναι εύκολο να σου σταθεί κάποιος.
Οι πραγματικά καλοί φίλοι, φαίνονται στις χαρές μας…

Ουφ…!!!

•6 Φεβρουαρίου, 2007 • 2 Σχόλια

Χτυπάει το τηλέφωνο.
«έλα ρε, τι κάνεις»?
«καλά, δουλεύω. Εσύ»?

Έρχεται μήνυμα.
«Πού χάθηκες εσύ? Όλα καλά»?
«καλά, πήζω στη δουλειά».

Τυχαία συνάντηση.
«πόσο καιρό έχω να σε δω? έχεις χρόνο για κανά καφέ»?
«αποκλείεται, τρέχω να προλάβω το επόμενο ραντεβού»!

Αυτοί είναι οι συνήθεις διάλογοι που κάνω τον τελευταίο μήνα.
Άι κανότ άδερ…

Χωρίς Τίτλο

•25 Ιανουαρίου, 2007 • 12 Σχόλια

Μόλις άκουσα στις ειδήσεις ότι ψηφίστηκε ο νέος νόμος για το κυκλοφοριακό. Μεταξύ άλλων, δεν επιτρέπεται η χρήση hands free γιατί είναι επικίνδυνο για τον οδηγό να μιλά την ώρα που οδηγεί. Σωστό και πάω πάσο. Έλα όμως που επιτρέπεται η χρήση bluetooth!!!
Δηλαδή εγώ που έχω το παλιό, καλό καλωδιάκι μου θα πληρώσω ένα μισθό αν με πιάσουν, ενώ αν τρέξω ν’αγοράσω μια συσκευή bluetooth θα είμαι νομοταγής?
Αναρωτιέμαι ποιος θα ωφεληθεί από αυτή τη ρύθμιση…
Μήπως ο οδηγός που θα προφυλαχθεί από τυχόν ατύχημα?
Μήπως ο οδηγός που θα φοράει συνεχώς συσκευή εκπομπής ακτινοβολίας δίπλα στον εγκέφαλό του?
Μήπως ο φούφουτος?
Πώς μ’αρέσει όταν το κράτος νομοθετεί για το καλό μου…!

Άλλο θέμα.

Η Ιταλία δεν έχει πολύ καλύτερο σύστημα υγείας από το δικό μας. Ούτε στερείται από λαμόγια πολιτικούς που τα τρώνε και δουλεύουν για πάρτη τους. Ούτε έχει ευχαριστημένους πολίτες.
Και βγαίνει στο εμπόριο το εμβόλιο κατά του ιού HPV που είναι σεξουαλικά μεταδιδόμενος και εξαιρετικά διαδεδομένος. Επίσης ευθύνεται για τη δημιουργία καρκίνου στον τράχηλο της μήτρας. Πεθαίνουν άνθρωποι δηλαδή.
Στην Ιταλία λοιπόν, θα το χορηγούν δωρεάν. (κι ας φωνάζει ο πάπας ότι μας τιμωρεί ο θεός που κάνουμε σεξ εκτός γάμου)
Στην Ελλάδα θα κάνει πέντε κατοστάρικα περίπου. (κι ας γαμάμε ελεύθερα ο ένας τα πρέκια του άλλου)

Με αφορμή ένα σχόλιο

•23 Ιανουαρίου, 2007 • 4 Σχόλια

Παρείσακτε, διάβασα το σχόλιό σου στο post autostrada και θυμήθηκα έναν παλιό φίλο και την ιστορία του.

Ο Δημήτρης δεν ήταν ωραίος με την κλασική έννοια του όρου. Κοντούλης για άντρας, μελαχρινός, με εκφραστικά μάτια. Δήλωνε συχνά ότι βαριέται έυκολα και πως μόνο οι γρήγορες εναλλαγές κρατούσαν το ενδιαφέρον του.

Το αποτέλεσμα ήταν πως όλες οι κοπέλες που τύχαινε να γνωρίσει, άρχιζαν να τον βλέπουν ερωτικά αμέσως μόλις άκουγαν αυτή τη δήλωση, έστω κι αν αυτή γινόταν για άσχετο θέμα.

Κέντριζε τον εγωισμό και τη ματαιοδοξία τους βλέπεις! Ήθελαν να είναι εκείνες η μοναδική, η ατέρμονα ενδιαφέρουσα, οι συγκλονιστική γυναίκα που θα τον κάνει να μη βαρεθεί μαζί της, που θα τον κολλήσει, θα τον δέσει με τη γοητεία της.

Έτσι περνούσε ο καιρός, περνούσαν οι γυναίκες από την αγκαλιά του, περνούσε το ενδιαφέρον του για την κάθε μία και όλη η παρέα αναρωτιόταν τι στο διάολο του βρίσκουν και τον γουστάρουν όλες.
Εκείνος φλέρταρε, πηδούσε και παρατούσε . Μετά πηδούσε και παρατούσε. Μετά παρατούσε πιο συχνά γιατί βαριόταν να τις πηδήξει όλες.

Ένα βράδυ στο σπίτι του, είχε πιει λίγο παραπάνω, μου είπε πως είχε βαρεθεί όλες τις γυναίκες. Ήξερε πλέον τι θα πουν, πριν το πουν. Τι θα κάνουν, πριν το κάνουν. Τι θα ζητήσουν, πριν το ζητήσουν.
Του είπα πως ίσως έχει ανάγκη να ερωτευτεί πια.
Μου απάντησε πως αυτό δεν μπορούσε να γίνει. «Για να ερωτευτείς, πρέπει η άλλη να σε ξαφνιάσει, να δεις κάτι πάνω της και να κολλήσει το μυαλό σου».
Του είπα όλες τις γνωστές κοινοτυπίες περί μοναδικότητας του καθενός και πως αν θέλει θα βρει τη μαγεία κάποια στιγμή κι έφυγα.

Ήθελα να του πω ότι το να βαριέσαι μια κατάσταση, δεν σημαίνει ότι τη γνωρίζεις απαραίτητα. Τις περισσότερες φορές περνάμε από κάπου, παρατηρούμε την επιφάνεια και φεύγουμε γιατί η επιφάνεια είναι σαν καθρέφτης και σ’αυτόν βλέπουμε τον εαυτό μας. Αυτόν βαριόμαστε.

Τον πήρα λοιπόν μια μέρα, πήγαμε για καφέ και του τα είπα.
«Τι μαλακίες μου λες, μωρέ! Αμπελοφιλοσοφίες και αρχιδιές! Αυτά είναι για τους φίλους σου τους κουλτουριάρηδες που τα γουστάρουν. Εγώ θέλω να ζήσω, όχι να σκέφτομαι» ήταν η απάντηση.

Έχω να τον δω καιρό γιατί κάποια στιγμή βαρέθηκα κ εγώ να ακούω ιστορίες για αδιάφορες γκόμενες που όμως έπαιρναν καλές πίπες ή το ξύριζαν σε σχήμα κεραυνού, για δουλειές που εναλλάσσονταν σχεδόν κάθε εξάμηνο αλλά καμιά δεν είχε «ζουμί», για το νέο μοντέλο αυτοκινήτου που θα αντικαθιστούσε το βαρετό παλιό, ή για τρελά νέα χόμπυ που κι αυτά έμπαιναν στα αζήτητα μετά από λίγες προσπάθειες.
Κυρίως βαρέθηκα να ακούω ότι τίποτα δεν τον ικανοποιούσε, με τίποτα δεν χαιρόταν, τίποτα δεν λαχταρούσε.

Έβλεπα μόνο την επιφάνειά του και το είδωλό μου πάνω σ’αυτήν δεν μου άρεσε καθόλου!

autostrada

•23 Ιανουαρίου, 2007 • 8 Σχόλια

Μ’αρέσουν τα ταξίδια με το αυτοκίνητο!
Όταν νυχτώνει και βλέπω μόνο τις λευκές γραμμές του δρόμου και τα φώτα των άλλων αυτοκινητιστών, νιώθω σαν να παίρνω μέρος σε διαστημικό, ηλεκτρονικό παιχνίδι.
Μ’αρέσουν τα καφέ-εστιατόρια της εθνικής οδού. Η καλή εξυπηρέτηση, το ετερόκλητο πλήθος και κυρίως η αίσθηση του προσωρινού.
Μερικές φορές έχει ομίχλη και είναι σαν να πετάω μέσα σ’ένα σύννεφο. Όλα γύρω είναι μαύρα εκτός από τα δυσδιάκριτα φώτα του προπορευόμενου κι έτσι δημιουργείται ένας δεσμός μεταξύ μας. Μυρίζει καμμένη υγρασία και αυτό είναι παράλογο από μόνο του!
Η αίσθηση της αδράνειας που βιώνω όταν τρέχω στην εθνική, εκμηδενίζει το χρόνο γιατί όλα φαίνονται να κινούνται πιο αργά.

Της είπα «αφού μ’αρέσει τόσο, μήπως να γίνω ντάλικ γούμαν»?
Μου είπε «θα γίνεις ντάλικ πόετ γούμαν»!
Της είπα «άλλαξα γνώμη! θέλω να πιάσω δουλειά στις περιπόλους του αυτοκινητόδρομου, να πηγαίνω πάνω κάτω και να σταματάω ωραίους άντρες για σωματική έρευνα»
Δεν έχει απαντήσει ακόμα…

Porn festival

•19 Ιανουαρίου, 2007 • 5 Σχόλια

Ξεκίνησα να πάω με αρκετό κέφι και περιέργεια για το τι θα δω.
Είδα…
Ένα ιαπωνικό ντοκυμαντέρ για εκκεντρικές διαστροφές.
Μια όμορφη κοπέλα που ντρεπόταν για το σώμα της γιατί το φανταζόταν γεμάτο ουλές και σημάδια, να εξομολογείται τον πόνο της σε μια μπανάνα.
Ένας χαρούμενος τύπος που τη βρίσκει να κλείνεται μέσα σε πλαστικές σακούλες για ατελείωτες ώρες.
Ένας παντρεμένος που όταν η γυναίκα του λείπει, ντύνεται γυναικεία κούκλα, φορώντας τρία-τέσσερα καλσόν, σπασουάρ, κορσέδες, μπλούζες, κορμάκια, μάσκες κτλ για να κάνει το σώμα του άκαμπτο.
Ένας αλαζονικός άντρας που υπνωτίζει κορίτσια και τα βάζει να τρώνε λεμόνια και καυτερές σάλτσες, να δέρνονται, να γελάνε και ό,τι άλλο του έρθει στο μυαλό.
Ένας γέρος που γουστάρει να μυρίζει λερωμένα, γυναικεία, νεανικά εσώρουχα χωρίς να θέλει να γαμήσει τις κατόχους τους.
Ήθελα να φύγω πολύ πριν το τέλος της ταινίας.
Ήμουν προετοιμασμένη για straight porn, πράγματα κοινά που γίνονται και συζητιούνται συνέχεια. Πράγματα που αν δεις να γίνονται μπορεί και να ζηλέψεις, να καυλώσεις, να γελάσεις με μια ανάμνηση, άντε και να σιχαθείς λίγο αν πετύχεις καμιά προχωρημένη σκηνή κοπρολαγνείας πχ.
Αυτή η ταινία πέτυχε ένα ευαίσθητο σημείο στον εγκέφαλό μου.
Ίσως αυτό που καθορίζει τα προσωπικά μου όρια ψυχικής και σεξουαλικής υγείας.
Έφυγα πτοημένη κι αυτό δε συμβαίνει συχνά!
Ένα μεγάλο μπράβο στο σκηνοθέτη λοιπόν γιαυτό το εγκεφαλικό πορνό, που ήταν και το πιο hard core απ’όλα όσα έχω δει ως τώρα. Με έκανε κοινωνό των διαστροφών των ηρώων του, χωρίς να μπει στον κόπο να μου δείξει ούτε τη στύση τους. Μ’έκανε να ξέρω ακριβώς γιατί αυτοί οι τύποι τη βρίσκουν έτσι. Κι αυτό ήταν τρομακτικό.

Ένας καθηγητής μου στη σχολή όριζε τη διαστροφή ως αυτό, χωρίς το οποίο κάποιος δεν είναι σε θέση να νιώσει ηδονή.
Μέχρι τώρα δεν έχω βρει πιο αποδεκτό ορισμό.

Αμνησία

•13 Ιανουαρίου, 2007 • 5 Σχόλια

Θα ξυπνούσα ένα πρωί χωρίς μνήμη.
Θα έφτιαχνα καφέ ελληνικό γιατί θα έβλεπα το μπρίκι στην κουζίνα. Δεν θα μ’άρεσε πολύ γιατί δεν θα θυμόμουν ότι τον πίνω με γάλα.
Θα άναβα τσιγάρο γιατί θα το έβρισκα δίπλα μου και θα το μύριζα σ’όλο το σπίτι.
Θα προσπαθούσα να θυμηθώ ποια είμαι.
Θα έβρισκα τη φωτογραφία ενός πούτσου σε στύση στο κινητό μου και θα πίστευα ότι έχω σχέση με τον ιδιοκτήτη του γιατί δεν θα θυμόμουν ότι αυτό δεν αποτελεί πάντα ένδειξη οικειότητας.
Θα έπαιρνα τηλέφωνο αυτόν γιατί δεν θα θυμόμουν ότι προσπαθώ να τον αποφύγω από φόβο μήπως τον ερωτευτώ.
Θα κοιταζόμουν στον καθρέφτη και θα έμενα ικανοποιημένη γιατί δεν θα θυμόμουν τις κρίσεις της μαμάς μου για την έλλειψη τελειότητας.
Θα έβγαινα στο δρόμο και θα περπατούσα αργά χωρίς να νιώθω ότι ανήκω κάπου.
Θα συναντούσα το Δ. και θα τον ρωτούσα πώς με λένε.
Θα αφηνόμουν πάνω του γιατί δεν θα θυμόμουν ότι ο μπαμπάς μου δεν με αγκάλιαζε ποτέ.
Θα σήκωνα το τηλέφωνο που καλεί, θα μάθαινα ότι δουλεύω κάπου και δεν θα θυμόμουν τα ανεκπλήρωτα όνειρα και τις αιματηρές απογοητεύσεις για μια άλλη καριέρα που κινείται πιο αργά από χελώνα.
Θα επέστρεφα στο σπίτι και θα χάζευα τα βιβλία χωρίς να θυμάμαι τι λένε και πώς τα απέκτησα.
Θα έπιανα ένα μολύβι και θ’άρχιζα να σχεδιάζω τυχαία και αβέβαια χωρίς να θυμάμαι ότι δεν είμαι ιδιοφυία.
Θα έβαζα τα κλάματα γιατί δεν θα θυμόμουν ποια είμαι.
Θα κοιτούσα τις φωτογραφίες και θα πίστευα ότι έχω πολλούς φίλους γιατί δεν θα θυμόμουν πόσο δύσκολα μοιράζομαι τη ζωή μου.
Θα έπαιρνα τηλέφωνο την Τ. γιατί θα έβρισκα τις περισσότερες κλήσεις μεταξύ μας και όταν θα μου έλεγε «μόνο εσύ θα πάθαινες κάτι τέτοιο» θα μου φαινόταν παράξενο γιατί δεν θα θυμόμουν ότι προσελκύω παράλογες καταστάσεις για να ικανοποιήσω το ναρκισσισμό μου.
Θα της ζητούσα ό,τι χρειαζόμουν γιατί δεν θα θυμόμουν ότι απαγορεύω στον εαυτό μου να δείξει αδυναμία.
Θα διάβαζα όσα έχω γράψει στο μαύρο μου τετράδιο και θα αναρωτιόμουν γιατί έχω τόσες θλιβερές καταχωρήσεις.
Θα περνούσα αυτή τη μέρα χωρίς νιώθω πως τρέχω πάντα πίσω από το χρόνο που κυλάει.
Θα κοιμόμουν αν νύσταζα αλλά δεν θα θυμόμουν ότι μ’αρέσει να ξενυχτάω γιατί όταν όλοι οι άλλοι κοιμούνται νιώθω ελεύθερη από τις προσδοκίες τους.
Θα γνώριζα τον εαυτό μου μέσα από όλα τα ευρήματα, τις περιγραφές και την παρατήρηση. Θα μάθαινα να τον αγαπάω ίσως γιατί δεν θα χρειαζόταν να τα βάλω μαζί του.

Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Αθήνα

•6 Ιανουαρίου, 2007 • 14 Σχόλια

Γρήγορο ταξίδι για δουλειά. Κράτησε 36 ώρες. Η θεσσαλονίκη είναι πολύ όμορφη πόλη. Η θερμοκρασία ήταν ιδανική, ο ήλιος λαμπερός, η κίνηση λίγη… ωραία πράγματα!

Μια εικόνα μου έμεινε όμως στο μυαλό! Στο δρόμο της επιστροφής, μόνη στο αυτοκίνητο, καπνίζοντας και τραγουδώντας σκεφτόμουν ότι νιώθω καλά. Αισιόδοξη, κεφάτη, ζωντανή! Και συνειδητοποιώ ότι τελευταία μου συμβαίνει συχνά αυτό, χωρίς να μου λείπουν τα ζόρια. Το αντίθετο μάλιστα… Κι εκεί σκάει η εικόνα!

Απλωσιά τριγύρω, μια ανεπαίσθητη ομίχλη και ο Όλυμπος στο βάθος, χιονισμένος. Τον κοιτάζω και βλέπω ότι η κεντρική κορυφή του μοιάζει με μαστό ξαπλωμένης γυναίκας (της γης ίσως), με τη θηλή ορθωμένη, ίσα να αγγίζει ένα λευκό σύννεφο.  Και στην απόσταση από τα μάτια μου ως εκεί, παρεμβάλλονταν γυμνές λεύκες που ήταν σαν μολυβιές στον αέρα. Δεν ξέρω αν είναι ιδέα μου αλλά νομίζω πως εκείνο το μέρος επέβαλλε τη σιωπή. Τίποτα δεν είχε σημασία, τα αυτοκίνητα, τα καλώδια, τα κτίσματα, τίποτα. Σιωπή και ομορφιά.

Όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω μια χορτασμένη  γριά που θ’αγαπάει τους ανθρώπους.

Και λέω… αφού υπάρχει τόση αρμονία γύρω και αφού μπορώ ακόμα να την αντιληφθώ, όλα θα πάνε καλά τελικά… δεν θα πάνε?

Αρχοντική Απλότητα της Μοναξιάς

•4 Ιανουαρίου, 2007 • 1 σχόλιο

Γαμώ το ξεροκέφαλό μου! Πόσες φορές έχω αναλύσει τις κωλοσκέψεις μου, τα’χω πάρει με τον εαυτό μου και έχω καταλήξει ότι οι προσδοκίες μου με καταστρέφουν?

Έχω ένα κόλπο. Κάθε φορά που είναι να γίνει κάτι, μια συνάντηση, μια συνέντευξη, ένα σημαντικό συμβάν τέλος πάντων, αρχίζω και κάνω τα χειρότερα σενάρια, προβλέπω την απόλυτη καταστροφή με όλους τους τρόπους που μπορώ να φανταστώ. Έχω παρατηρήσει ότι αυτά τα σενάρια δεν γίνονται ποτέ πραγματικότητα και έτσι το να τα φαντάζομαι είναι ένας τρόπος να τα ξορκίσω. Μέχρι εδώ καλά… Ψυχαναγκαστικό αλλά οκ…

Όταν όμως γίνεται κάτι όμορφο, κάτι που θέλω, κάτι που θα μπορούσε να αποδειχθεί υπερβατικό, η μαλακία παίρνει τη θέση της στο εμπρός μέρος του εγκεφάλου μου (συνήθως περνάει καλύτερα στο πίσω) και αρχίζω να φαντασιώνομαι τα καλύτερα! Πλάθω ιστορίες παραμυθένιες, στιγμές απόλυτης ευτυχίας κτλ. Συνοπτικά η χαζομούνα που κρύβεται μέσα μου βγαίνει με αυτοκρατορικό θράσος και μου τα χαλάει όλα.

Γιατί αγαπητό μου κορίτσι δεν περιμένεις το ενδεχόμενο να τα ζήσεις και να τα ευχαριστηθείς κιόλας??? Είναι ανάγκη να κάνεις όλα αυτά τα σενάρια σαν φαντασιόπληκτη? Αφού έτσι δεν θα γίνουν ποτέ πραγματικότητα ρε γαμώτο και πάλι θα  μείνεις με το πουλί στο χέρι! Πότε θα βάλεις μυαλό και θα σταματήσεις να φορτώνεις με προσδοκίες το μέλλον σου, αφού ξέρεις ότι η προσδοκία φαίνεται στο μάτι, το κάνει να γυαλίζει. Εσύ πρώτη τρέχεις να φύγεις όταν σε κοιτάζουν έτσι, οι άλλοι μαλάκες είναι να  μείνουν?

Αφού παραμυθιάσω τον εαυτό μου καλά, ξεκινά το δεύτερο στάδιο της ασθένειας… Φοβάμαι να ζήσω αυτό που έχω φανταστεί!!! Ή μάλλον φοβάμαι να ζήσω κάτι, μήπως και δεν εξελιχθεί όπως ακριβώς το φαντάστηκα και μου ρθει καμιά έκπληξη (ευχάριστη ή δυσάρεστη, δεν κολλάμε σε λεπτομέρειες) και χάσω τη μπάλα (ενώ δεν παίζω μαζί της)! 

Το παραδέχτηκα λοιπόν. Ψυχίατροι κουνούν το κεφάλι με σκεπτικισμό,  μούτζες εκτοξεύονται προς το μέρος μου, δυο γέροι έχουν σκάσει στα γέλια , ένας τρίτος δακρύζει, τα ηχεία μικροφωνίζουν, κάτι πιτσιρίκια με γράφουν και εγώ στέκομαι εκεί και συνειδητοποιώ ότι τώρα που το είπα κάτι πρέπει να κάνω. Ο λαός περιμένει να μάθει τη συνέχεια μικρή, ανόητη ιέρεια της απόγνωσης, σκέφτομαι και τελικά χάνω τη μπάλα ενώ έπαιζα μαζί της.

Μπορώ να σταματήσω να σκέφτομαι? Να κλείσω τα μάτια και να πηδήξω απ’το πεζοδρόμιο κάτω στο δρόμο? (Σιωπή)

Κι αν αποτύχω? Αν με παρασύρει κάτι? Αν πληγωθώ? (Μπορείς! Θέλεις?)

Ο Κ. με κοίταζε στα μάτια όταν μου έλεγε «είσαι διαφορετική… σε χαρακτηρίζει η αρχοντική απλότητα της μοναξιάς»!!!

Μήπως ήθελε να του πάρω καμιά πίπα?

Τι να πω… αφού του πήρα…